Άρα ποιοι να είναι οι θησαυροί της ομογένειας στη Νέα Υόρκη;
Μήπως τα πλούτη; Μήπως τα κτίρια;
Θησαυροί είναι τα πνευματικά βιωματικά έργα των μεταναστών, όσοι κρατάνε την λυχνία του ελληνικού φωτός, των ελληνικών γραμμάτων, της ελληνικής γλώσσας. Ο κάθε ένας τους με τον τρόπο του, αφού ακόμα μετά από τόσα χρόνια στα ξένα εξακολουθούν να διαβάζουν ελληνικά, να γράφουν ελληνικά να υπάρχουν σαν έλληνες, να συναναστρέφονται μεταξύ τους σαν ίδια ράτσα και μόνο το ότι κρατούν ανυψωμένο το λάβαρο της εθνικότητάς τους εδώ στην πολυσπερμία εθνών, είναι θησαυροί, που ακόμα αγωνίζονται. Το κάθε γεροντάκι, η κάθε γριούλα αυτοί που έμειναν έλληνες είναι ανεκτίμητοι, είναι αυτοί που αγνοεί η άρχουσα τάξη, το κράτος, το ΣΑΕ, είναι αυτοί που η φωνή τους δεν ακούεται, τώρα γενάτε το ερώτημα τι θα απομείνει για τις επόμενες γενιές όταν φύγουν όλοι αυτοί οι ελληνόφωνες ‘πρωτοπόροι’ μετανάστες;
Τα πλούτη όπου υπάρχουν θα σβήσουν, το χρήμα θα αλλάξει χέρια, τα σπίτια, τα κτίρια, θα ξαναγυρίσουν στους νόμιμους ιδιοκτήτες, ή το κράτος.
Η εκκλησία δεν έχει πρόβλημα, θα ταυτιστεί με τις συνήθειες και γλώσσα της νεολαίας του τόπου.
Η μεταναστευτική Ελλάδα, τα γραπτά έργα των βιοπαλαιστών, αυτά που έσταζαν δάκρυα νοσταλγίας και ιδρώτα βιοπάλης θα χαθούν. Μιας ομογένειας που έκτισε κοινοτικά κτίρια, μιας ομογένειας που έγραψε ιστορία με βιωματικές περιπέτειες πρωτοπόρων αποτυπωμένες σε περγαμηνές στην ελληνική γλώσσα παρατημένες σε κάθε γωνιά υπογείου, αφού δεν ενδιαφέρουν κανένα, μουχλιασμένες από την υγρασία, μέχρι που να πεταχτούν στα άχρηστα, απ’ τους κληρονόμους. Τα παιδιά τους, οι απόγονοί τους, για πρώτη τους γλώσσα έχουν την αγγλική, δύσκολο να εννοήσουν τη γραπτή γλώσσα και το πνεύμα των μεταναστών. Και αν ακόμα τα διαβάζουν θα πρέπει να τα συγκρίνουν με τον αμερικανικό τρόπο σκέψης, ένα δύσκολο επίτευγμα.
Αν τους έθαβαν κάπου μετά από χρόνια θα μπορούσαν σε ανασκαφές να παρουσιαστούν σαν ευρήματα αρχαίας μαρτυρίας και να υπερηφανεύονται οι αρχαιολόγοι ερευνητές και οι εκ μακρόθεν έλληνες ιθύνοντες ότι κάποτε σε τούτο τον τόπο υπήρχε ανθούσα ελληνική παροικία.
Μήπως τα πλούτη; Μήπως τα κτίρια;
Θησαυροί είναι τα πνευματικά βιωματικά έργα των μεταναστών, όσοι κρατάνε την λυχνία του ελληνικού φωτός, των ελληνικών γραμμάτων, της ελληνικής γλώσσας. Ο κάθε ένας τους με τον τρόπο του, αφού ακόμα μετά από τόσα χρόνια στα ξένα εξακολουθούν να διαβάζουν ελληνικά, να γράφουν ελληνικά να υπάρχουν σαν έλληνες, να συναναστρέφονται μεταξύ τους σαν ίδια ράτσα και μόνο το ότι κρατούν ανυψωμένο το λάβαρο της εθνικότητάς τους εδώ στην πολυσπερμία εθνών, είναι θησαυροί, που ακόμα αγωνίζονται. Το κάθε γεροντάκι, η κάθε γριούλα αυτοί που έμειναν έλληνες είναι ανεκτίμητοι, είναι αυτοί που αγνοεί η άρχουσα τάξη, το κράτος, το ΣΑΕ, είναι αυτοί που η φωνή τους δεν ακούεται, τώρα γενάτε το ερώτημα τι θα απομείνει για τις επόμενες γενιές όταν φύγουν όλοι αυτοί οι ελληνόφωνες ‘πρωτοπόροι’ μετανάστες;
Τα πλούτη όπου υπάρχουν θα σβήσουν, το χρήμα θα αλλάξει χέρια, τα σπίτια, τα κτίρια, θα ξαναγυρίσουν στους νόμιμους ιδιοκτήτες, ή το κράτος.
Η εκκλησία δεν έχει πρόβλημα, θα ταυτιστεί με τις συνήθειες και γλώσσα της νεολαίας του τόπου.
Η μεταναστευτική Ελλάδα, τα γραπτά έργα των βιοπαλαιστών, αυτά που έσταζαν δάκρυα νοσταλγίας και ιδρώτα βιοπάλης θα χαθούν. Μιας ομογένειας που έκτισε κοινοτικά κτίρια, μιας ομογένειας που έγραψε ιστορία με βιωματικές περιπέτειες πρωτοπόρων αποτυπωμένες σε περγαμηνές στην ελληνική γλώσσα παρατημένες σε κάθε γωνιά υπογείου, αφού δεν ενδιαφέρουν κανένα, μουχλιασμένες από την υγρασία, μέχρι που να πεταχτούν στα άχρηστα, απ’ τους κληρονόμους. Τα παιδιά τους, οι απόγονοί τους, για πρώτη τους γλώσσα έχουν την αγγλική, δύσκολο να εννοήσουν τη γραπτή γλώσσα και το πνεύμα των μεταναστών. Και αν ακόμα τα διαβάζουν θα πρέπει να τα συγκρίνουν με τον αμερικανικό τρόπο σκέψης, ένα δύσκολο επίτευγμα.
Αν τους έθαβαν κάπου μετά από χρόνια θα μπορούσαν σε ανασκαφές να παρουσιαστούν σαν ευρήματα αρχαίας μαρτυρίας και να υπερηφανεύονται οι αρχαιολόγοι ερευνητές και οι εκ μακρόθεν έλληνες ιθύνοντες ότι κάποτε σε τούτο τον τόπο υπήρχε ανθούσα ελληνική παροικία.
Αλήθεια, τι ειρωνεία;
Τι χρειάζονται; Όχι έναν τάφο. Αλλά ένα αρχείο, μια βιβλιοθήκη, να δείξουν λίγο ενδιαφέρον οι ιθύνοντες, το κράτος, το ΣΑΕ, οι άνθρωποι, -όσο ανιαρό και να φαίνεται το θέμα,- για σύναξη των γραπτών θησαυρών, που σαν παιδιά της Ελλάδας, της ελληνικής γραφής , είναι σκορπισμένα σε κάθε υπόγειο, σε κάθε γωνιά, πριν σαπίσουν, πριν γίνουν στάχτη, από την τριβή του χρόνου.
Συνήθως όποιος έχει την τρέλα, την μανία, το χόμπι να γράφει καταλήγει απένταρος, σπαταλώντας τον καιρό του, σε κάτι όπου δεν φέρνει κέρδος, αλλά αυτό το κάτι τον γεμίζει, τον ικανοποιεί.
Γαβριήλ Παναγιωσούλης
Νέα Υόρκη