Κυριακή 26 Αυγούστου 2018

Home Sweet Home!!!!!


Home sweet home
                                      Μα πιο απόλα;

Ιδού το δίλημμα, ας ξεκινήσουμε απ’ αυτό που γεννήθηκα στην Κεφαλονιά,   αυτό που μας έδινε κάποτε αγάπη και θαλπωρή, σήμερα το βλέπεις γέρικο ξεθωριασμένο μοιάζει σαν γέρικο κεφάλι, με άσπρα ανακατεμένα μαλλιά, θυμάσαι το «άστα τα μαλλάκια σου ανακατεμένα» και σου έρχεται ίλιγγος, πας να φας,  μα πως ξεράθηκε  έτσι η φλούδα του ψωμιού,  ξέχασες ότι και τα δόντια σου δεν αντέχουν   πια, τουλάχιστον ας το μούσκευες σε μια   ριγανάδα.
Λες  ας βγω να ξεσκάσω πας στο λιμάνι της Πυλάρου,  στον μόλο η κ. Α.  Μουτσάτσου, η κ. Φωτεινή Βελεσιώτη, μαζί και ο Σωτήρης Μπάλας   κι άλλοι έδιναν συναυλία τραγουδούσαν, κάθεσαι στο πρεβάζι του μόλου, ένα πέτρινο ξαρμυρισμένο τσιμέντο να απολαύσεις την συναυλία, νόμιζες ότι θάταν μια ρομαντική νύχτα, έστω και αφέγγαρη,   μπροστά σου τρεις κυρίες ηλικιωμένες καθόταν σε καρέκλες και κάπνιζαν σαν φουγάρο της παλιάς ΔΕΗ, μάλιστα η μια ζήτησε και φωτιά του διπλανού της, δίπλα σου καθόταν  μια νεαρά με κοντό παντελονάκι, κάπνιζε, την κοίταξα έτσι νυχτιάτικα,  συνομιλούσε με μια άλλη που όρθια κάπνιζε και κουνιόταν λες και ήταν σεισμός που δεν ήταν αλλά ο ρυθμός του τραγουδιού, αισθάνθηκα το βάρος του χρόνου, τα άσπρα μου μαλλιά, έτσι κάτι σα να μην χωρούσα σε τέτοιο περιβάλλον.
Η παρέα μου είχε ξεμακρύνει και οσφραινόταν  τα σουβλατζίδικα στο απέναντι πεζοδρόμιο έτοιμοι να παραγγείλουν ένα γύρο, ή σουβλάκι με όλα, ξέρεις αυτό που σου τυλίγουν σε πίτα τον γεμίζουν με τηγανιτές πατάτες, κρεμμύδια, ψιλοκομμένη  τομάτα, τζατζίκι και ίσως  κάνα κομμάτι κρέας… 
Κατέβηκα απ’ το πρεβάζι του μόλου βρήκα την παρέα μου μαζί φάγαμε αυτό το  τυλιγμένο σε χαρτί και πίτα που το λένε «με όλα»  και ξεκινήσαμε για το σπίτι, λίγο μετά τα μεσάνυχτα ακούστηκαν σμπάρα ήταν από τα πυροτεχνήματα που λάμπρυναν τον ουρανό της Αγίας Ευφημίας στην Κεφαλονιά… ατενίζοντας τα από μακριά τα πολύχρωμα φώτα, έδωσαν στην καρδιά μου το αιώνιο φως μιας ψυχικής ευδαιμονίας που πηγάζει από τα περασμένα, το κακό είναι ότι μόνο εγώ κατόρθωσα να την νιώσω… όλοι οι άλλοι βαρούσαν παλαμάκια  κυνηγώντας τα κουνούπια αυτά τα αόρατα τέρατα της νύχτας, κοιτώντας δυο σαύρες που είχαν κουρνιάσει δίπλα στον γλόμπο φωτός περιμένοντας την σειρά τους σε  κάνα κουνούπι ή καμιά νυχτερινή πεταλουδίτσα…  

Με μιας κατάλαβα,  ο κόσμος άλλαξε, αλλάξαν οι καιροί, κι εγώ να επιμένω σε κάτι της νιότης του παρελθόντος κάτι το ουτοπικό;  
Γαβριήλ Παναγιωσούλης