Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2008

Τα πρώτα μου Χριστούγεννα στη Νέα Υόρκη:


Τα πρώτα μου Χριστούγεννα στη Νέα Υόρκη:


Όταν θεωρείτο (ακόμα θεωρείται) έγκλημα η αναζήτηση εργασίας χωρίς άδεια.


Ήταν Νοέμβρης στη Νέα Υόρκη, ο μήνας όπου άρχιζαν οι χειμωνιάτικες εορτές, το φαγητό στα κρατητήρια στο νησί του Έλλις το οποίο βρίσκετε στο στόμιο του λιμανιού της Νέας Υόρκης, είχε τα κακά του χάλια. Την ημέρα των ευχαριστιών μας σερβίρισαν, μια ψωμισμένη γέμιση γαλοπούλας με ένα κομμάτι κρέας της, πατάτα πουρέ, και ένα κόκκινο ζελέ ‘cranberry’ με μια γλυκόξινη γεύση. Έμοιαζε σα να έτρεμε. Πρώτη μου φορά το δοκίμασα, μου άρεσε. Ήρθαν διάφοροι κήρυκες ευαγγελιστές που μας παρότρυναν να διαβάζουμε την αγία γραφή, δεν θα ξεχάσω ποτέ αυτούς τους κήρυκες της εκκλησίας της χριστιανικής επιστήμης, -Christian science- ερχόταν τακτικά μας έφερνα βιβλία, πολλά και μας δίδασκαν την πίστη και τον βίο της ιδρύτριας της, Mary Baker Eddy
Την δεύτερη φορά που έφαγα γαλοπούλα κάτι τι παρόμοιο ήταν στην καφετέρια των 57 δρόμων στο Μανχάταν, ήμουνα μόνος, ξέμπαρκος μετά από πολλά χρόνια μην έχοντας που να περάσω την ημέρα των ευχαριστιών, να σκοτώσω την ώρα μου, έκανα οπτική παρέα μόνο παρατηρώντας τους υπόλοιπους μονάχους συνήθως ηλικιωμένους καθώς τρεμούλιαζαν τα μαχαιροπήρουνα στα χέρια τους..
Αλλά ας ξαναγυρίσουμε στο νησί Έλλις. Παραμονές Χριστουγέννων ήρθε ένας έλληνας παπάς, ρώτησε για έλληνες κρατούμενος, κάποιος φώναξε ήρθε να μας μεταλάβει πριν την εκτέλεση. Μαζί του κουβαλούσε και δυο-τρεις κυρίες της φιλόπτωχου.
Μας έφεραν τα παραδοσιακά γλυκά και μας σύστησαν υπομονή παιδιά υπομονή. Πέρασαν και τα Χριστούγεννα, έτσι κρύα, ωμά, μαύρα, χωρίς ελπίδα, χωρίς ελευθερία, χωρίς να αισθανθεί κανένας μας για την επέτειο της γέννησης του θεανθρώπου. Ο έλληνας προξενικός λιμενάρχης της Νέας Υόρκης, μαζί με αντιπρόσωπο της Π. Ν. Ο. (Πανελλήνιος Ναυτική Ομοσπονδία) μας επισκεπτόταν και μας μετρούσαν, μετά η ελληνική αρχή αντιπροσωπευόμενη από τον λιμενάρχη, αντί να μας ρωτήσει αν χρειαζόμαστε βοήθεια, φώναζε κατά μέρος έναν σπιούνο και τον ρωτούσε να μάθει τα πολιτικά μας φρονήματα.
Ήρθε και η πρωτοχρονιά, αποβραδίς ξάπλωσα αλλά δεν μπορούσα να κοιμηθώ, όταν έσβησαν τα φώτα σηκώθηκα απ’ το κρεβάτι και πήγα δίπλα από το σίδερο-καγκελόφραχτο παράθυρο. Στην κάτω δεξιά γωνία είχε μια μικρή καθαρή επιφάνεια, κόλλησα το μάτι μου, καθώς έβλεπα απέναντι τους φωτισμένους ουρανοξύστες του Μανχάταν, άρχισα να ονειρεύομαι. Δίπλα μου με παράστεκε το φως της δάδας του αγάλματος της ελευθερίας, όλα αυτά μου έφεραν μια πικρία, αισθάνθηκα τη διαφορά της κοινωνίας, σα να ήμουν ο αποδιοπομπαίος φταίχτης μιας επιφανειακής κοινωνίας όπου έβλεπε στο πρόσωπό μου τον συνωμότη τον επικίνδυνο λαθραίο. Πίσω στην Ελλάδα, αυτοί που απέμειναν περίμεναν την βοήθεια μου, η φτώχεια, τα ερείπια του εμφυλίου σε όλο τους το μεγαλείο, η ελπίδα τους πάνω μου. Παντού έβρισκα κλειστές πόρτες.
Μπροστά μας στα νερά του λιμανιού ήταν φουνταρισμένη η σημαδούρα ναυσιπλοΐας έστελνε έως το παράθυρό μου τα βογκητά της καθώς την ανεβοκατέβαζε το κυματάκι κι αναβόσβηνε ρυθμικά ένα της μικρό φωτάκι. Τα μεσάνυχτα ακούστηκαν οι σφυριξές των βαποριών αυτών που ήταν αγκυροβολημένα στο λιμάνι της Νέας Υόρκης καλωσορίζοντας τον καινούργιο χρόνο, όπως ήταν το ναυτικό έθιμο.
Ένα παράπονο με έπιασε, ένα τεράστιο γιατί, ένα μίσος για τους ανθρώπους, για την κοινωνία, προσπαθούσα να καταλάβω πως έφθασα έως εδώ, ζαρωμένος στη γωνιά όπως ήμουν θυμήθηκα την επιγραφή στην εκκλησία του χωριού μου.
-Αγαπάτε αλλήλους- δακρυσμένος, έκατσα κατάχαμα κι αποκοιμήθηκα. Ξάφνου άκουσα κλειδιά αλυσίδες τρομαγμένος ξύπνησα, έτρεξα στο κρεβάτι, χώθηκα κάτω απ’ το σκέπασμα με ένα συναίσθημα ανημποριάς.
Ήταν ο φύλακας που με ένα ρόπαλο στο χέρι χτυπούσε το σκελετό του κρεβατιού φωνάζοντας, 5 η ώρα σηκωθείτε, ώρα να κλεισθείτε σε μια κοινή αίθουσα, κάθε ένας που έβγαινε από τα κελιά ακουγόταν κι ένα κλικ, ένας φύλακας στην αρχή της σκάλας πατούσε ένα κουμπί και μετρούσε κεφάλια, κεφάλια που δεν είχαν νόμιμα χαρτιά, ή που είχαν χάσει το βαπόρι τους, ανθρώπινα κεφάλια που τόλμησαν να αναζητήσουν ένα καλύτερο μέλλον, μια δουλειά ένα μεροκάματο, στην τότε χώρα της δημοκρατικής αφθονίας.

Η φωτογραφία είναι παρμένη από την πλώρη ενός ποντοπόρου πλοίου, όπου ήμουν πλήρωμα, φαίνετε ως να έχει σφηνωθεί μέσα στους Αμερικανικούς ουρανοξύστες. Πάντως δε πατούσα σε αμερικανικό έδαφος

Γαβριήλ Παναγιωσούλης

18 σχόλια:

Αστοριανή είπε...

Καλά κάνεις και καταγράφεις αναμνήσεις που δεν τις έχουν πολλοί,
φίλε μου.
Ήταν και τότε όπου ο άνδρας ανίκανος να οδηγήσει τον εαυτό του σ' εκείνο που θα ρύθμιζε κάπως τη ζωή του, άφηνε το δάκρυ, τη πίκρα, το θυμό, την αγανάκτιση
να του τρώει τα σωθικά...

Μα μέρες σαν κι αυτές, ηρέμησε, φίλε μου.
Έχεις καταφέρει τόσα ωραία
που εκείνες οι μνήμες,
ναι, καλό είναι να τις διαβάζουν τα σημερινά ιδίως παιδιά,
μα... άστες να πάνε!
Υιώτα

pylaros είπε...

Αγαπητή μου Υιώτα,
Όπως και να το κάνουμε,είτε αν το θέλω είτε όχι αυτές οι όχι τόσο κοινές αναμνήσεις έχουν πλάσει έναν χαρακτήρα κάπως διαφορετικό, έτσι τους αποτείνω φόρο τιμής, για το πλάσιμο της προσωπικότητάς μου.
Ευχαριστώ
Γαβριήλ

Μηθυμναίος είπε...

Σε φαντάζομαι, φίλε μου, κάθε που διαβάζω τις ακριβές σου μνήμες, μπροστά στη φωτεινή οθόνη του υπολογιστή σου, καθώς χτυπάς τα πλήκτρα κι ακούγοντας τον ήχο τους, να προσπαθείς να ξαναφέρεις τις εικόνες του παρελθόντος, να στύβεις όλα αυτά που καθόρισαν τη μοίρα και τη διαδρομή σου σε τούτη τη ζωή και να μας τα προσφέρεις σαν παραμύθι. Αναλογίζομαι, τότε, τη δική μου σχεδόν ανώδυνη διαδρομή ζωής, μιας και τα βρήκα όλα εύκολα, και τη συγκρίνω με τη δική σου, με τις τόσες περιπέτειες που είχες και καταλαβαίνω το πόσο γεμάτη υπήρξε…
Πώς να μη σ’ εκτιμούμε…

pylaros είπε...

Στράτο, φίλε μου σε ευχαριστώ δια τα τόσο κολακευτικά σου λόγια για τον αγώνα της ζωής, τότε που δεν ήξερα που θα ξημερωθώ αύριο κι εάν ποτέ, είναι όμως μια σημερινή πηγή -κρήνη από όπου σήμερα αντλώ δυνάμεις για να μην με σκοτώσει η μονοτονία ενός αυστηρώς ελεγχομένου καθεστώτος.
Γαβριήλ,
Αυτά σου τα λόγαι, (Πως να μη σ' εκτιμούμε φίλε!!! δάκρυσα...
ευχαριστώ,
Γ...

Ανώνυμος είπε...

Δεν βλαπτει να αναπολεις θλιβερες αναμνησεις αλλων εποχων,φιλε Γαβριλαρε.Τουναντιον,ετσι γινεσαι δικαιωτερος κριτης των καταστασεων και ορθοτερος εκτιμητης της διαφορας αναμεσα στο χθες και σημερα.Αυτες οι πικρες αναμνησεις,που αλλοι τις απεχθανονται,αποτελουν εντουτοις την ειδοποιο διαφορα αναμεσα στον αισθηματια και τον αναισθητο,αναμεσα στον ανθρωπο και τον υπανθρωπο.Εσο αυτος που εισαι φιλε μου.Το Ελλις Αϊλαντ ειναι σαν το Φεγγαρι.Εχει δυο οψεις.Εμεις βλεπουμε μονο την μια.....

E. Διακογιάννης

pylaros είπε...

Πόσο προφήτης είσαι αγαπητέ μου Βαγγέλη, στο ότι το Έλλις Άϊλαντ έχει δυο όψεις και στο ότι ό κόσμος βλέπει μόνο τη μια σαν το Φεγγάρι.

Σε ευχαριστώ φίλε
Γαβριήλ

Justine's Blog είπε...

Αγαπητέ μου Γαριήλ,
Η ζωή σου μια περιπέτεια και η γραφή σου την αποτυπώνει θαυμάσια.
Καλές γιορτές και καλά Χριστούγεννα εκεί στη Νέα Υόρκη.
Ιουστίνη

pylaros είπε...

Αγαπητή μου Ιουστίνη, Οι περιπέτειες της ζωής κατά κάποιο τρόπο ξαναζούν σαν σύνδεση με τα περασμένα...
Καλές γιορτές,
ευχαριστώ
Γαβριήλ

Ανώνυμος είπε...

Και που νά'ξερες Γαβρίλη μου, πως θα'ρχόταν καιρός να ζεις στην Νέα Υόρκη και καμμιά φορά να την βαριέσαι κιόλας.
Ότι ζήσαμε, όσο σκληρά κι αν το ζήσαμε,είναι κομμάτι του εαυτού μας. Το θυμόμαστε πάντα με συγκίνηση και θά΄λεγα και με κάποια περηφάνεια για τον εαυτό μας, ότι το αντέξαμε. Γιατί κακά τα ψέμματα, κανείς δεν ξέρει τι φέρνει στο διάβα της η ζωή. Το ζόρι της είναι ατέλειωτο κουπί..
Σ'ευχαριστούμε για όσα μας δίνεις σε κάθε σου ανάρτηση.
Και πάλι ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ,
Βάνα.

pylaros είπε...

Αγαπητή μου Βάνα, Πράγματι κανείς δεν ξέρει πως τα φέρνει η ζωή, όχι μόνο αυτό, αλλά η ζωή είναι σφαίρα που γυρίζει. Μια παροιμία Λατινιαμερικάνικη λέει: "ποτέ μην λες ότι από τούτο το νερό δεν πρόκειτε να πιω"
Πάντως οι αναμνήσεις αυτές δίνουν μια νοστιμιά στη μετέπειτα ζωή σε τούτη την περίπτωση στη ζωή της Νέας Υόρκης.
Χρόνια Πολλά, καλές γιορτές,
Ευχαριστώ,

Γαβριήλ

Αστοριανή είπε...

ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ ΚΑΙ ΚΑΛΑ
σε σένα, στην οικογένειά σου
και σ΄όλο τον κόσμο.

ΥΓ.
Είθε τ΄αλάτι της θάλασσας να συνεχίζει να ... νοστιμίζει τις μνήμες και εμπνεύσεις σου.

Υιώτα και Δημήτρης
ΝΥ

pylaros είπε...

Αγαπητή Υιώτα, Δημήτρη,
Χρόνια πολλά, καλές εορτές σε όλη την οικογένεια.
Γαβριήλ και οικογένεια...

υ.γ. ας μην ξεχνάμε ότι το θαλασσινό αλάτι είναι ποιο λευκό, ποιο αγνό μα και ποιο δυνατό...
Ευχαριστώ
Γαβριήλ

Unknown είπε...

Αγαπητέ Γαβριήλ

Καλησπέρα από την Αθήνα μας

Θύμησες μοναδικές όλα αυτά που
μας γράφεις και εμείς απλά τα
διαβάζουμε, εγώ βέβαια τα ξέρω και τα έχω ζήσει από πρώτο χέρι

Να είσαι πάντα καλά Γαβριήλ
γερός και δυνατος

Καλές γιορτές
Καλά και όμορφα Χριστούγεννα

Καπετάν Δημήτρης

pylaros είπε...

Αγαπητέ μου Καπετάν Δημήτρη,
Ήταν τότε μια εποχή μαύρη που ευτυχώς πέρασε, άφησε όμως πάνω μας αξέχαστες αναμνήσεις.

Καλά Χριστούγεννα Φίλε,
Καλές γιορτές

Ευχαριστώ

Γαβριήλ

Anestis Ketsetzidis είπε...

Καλά Χριστούγεννα σε σας και σε όλους τους Έλληνες του εξωτερικού.
Υγεία σε όλους.

pylaros είπε...

Καλώς ήλθες στο Μπλογκ μας αγαπητέ μου Ανέστη,
κι απο εμάς τους Έλληνες του εξωτερικού σου ευχόμεθα
Καλά Χιστούγεννα, καλες κι ευτυχισμένες γιορτές...
Ευχαριστώ
Γαβριήλ

Ανώνυμος είπε...

Γαβριηλ σου ευχομαι κι απο δω να εχεις ενα πολυ παραγωγικο 2009.



Ολγα Ζηση

pylaros είπε...

Όλγα!
ευχαριστώ δια τις ευχές σου, κράτησες το λόγο σου,
Ευχαριστώ

Γαβριήλ