Δευτέρα 19 Μαρτίου 2012

Το Λυχνάρι:




 


Η φλόγα του λύχνου τρεμόσβηνε κάνοντας με το τρεμούλιασμα της, τις σκιές του ταβανιού πάνω στις χοντροκομμένες κυπαρισσένιες τάβλες γεμάτες ρόζους, αυτού του φτωχικού   ουρανού του σπιτιού μου  να κινούνται, τα ποτάμια να ρέουν, τα πουλιά να πετούν, τις νεράιδες να με εγγίζουν με τη μαγική ράβδο τους για να μου χαρίσουν τις χάριτες της ζωής, τις καμπάνες της εκκλησίας να χτυπούν χαρμόσυνα, το πρόσωπο του Θεού να χαμογελά. 
Ο αέρας σφύριζε περνώντας από τις χαραμάδες, η βροχή μαστίγωνε τα κεραμίδια, έτσι αγκαλιασμένοι και οι δυο αέρας και βροχή, στροβιλιζόταν κάνοντας ένα σιγανό ψιθυριστό σα φτερούγισμα Αγγέλων που είχαν κατέβει απ τον γαλάζιο ουρανό. Ξάφνου το φως του λύχνου έσβησε, σκοτάδι απόλυτο, αισθάνθηκα το χέρι του θεού να με σκεπάζει, έχωσα το κεφάλι μου κάτω απ τα σκεπάσματα και αποκοιμήθηκα στον δικό μου κόσμο, γεμάτο παιδικά αθώα χρώματα, αυτά  που μου χάριζε το φως του λύχνου.  
Τώρα  κοιτώ το σβηστό λυχνάρι, είναι αυτό το ίδιο που μου κράταγε συντροφιά τις παιδικές αθώες νύχτες, αναλογίζομαι τις εποχές που πέρασαν και νιώθω ένας μικροσκοπικός  διαβάτης σε μια πολύχρωμη παγκόσμια τροχιά, σα να είναι το φως της λάμπας αυτής όπου σπέρνει την ελπίδα, στο ατέρμονο πέπλο της νύχτας.                    

Γαβριήλ Παναγιωσούλης


 

2 σχόλια:

Αστοριανή είπε...

Γαβρίλη μου,
το λυχνάρι
δίχως λάδι και φυτίλι
είναι μεν μνήμη, ή ...αντίκα...
μα κάπου με λυπεί...

Χαιρετισμούς,
Υιώτα

pylaros είπε...

Και τόχω φέρει στο σπίτι μου εδώ, το έχω κρεμασμένο στην κουζίνα, τώρα πλεόν δεν χρειάζεται φυτίλι και λάδι, πάει πέρασε η μπογιά του, αλλά είναι όμως μια απόδειξη το πως μεγαλώσαμε, χωρίς ποτέ να δούμε ηλεκτρικό ρευμα, χωρίς νερό τρεχούμενο,
και μόλα ταυτα ήμασταν χαρούμενοι...

Ευχαριστώ
Χαιρετισμους

Γαβριηλ