Τετάρτη 16 Οκτωβρίου 2013

Η γιαγιά γνέθει...

         
                                                Η γιαγιά γνέθει...  
  
Με το κρύο του χειμώνα για να ζεσταθούμε φοράγαμε φανελάκια φτιαγμένα από ένα άγριο μαλλί προβάτων που μας γέμιζαν φαγούρα. Το ίδιο και οι κάλτσες. Η Γιαγιά έγνεθε μέρα νύχτα, η μάνα έπλεκε κι εμείς πηγαίναμε σχολείο με μια  πλάκα, μέσα σε μια τσάντα ριγέ ραμμένη σε  ύφασμα από ένα παλιό στρώμα    κρεμασμένη στην πλάτη. Η πλάκα έμοιαζε με ένα μικρό μαυροπίνακα, είχαμε και το κοντύλι για να γράφουμε, κι ένα σφουγγάρι για να σβήνουμε,  κάπου, κάπου οικονομάγαμε και κάνα τετράδιο για να γράφουμε με μολύβι, το αναγνωστικό πρώτης Δημοτικού «ΤΟ ΑΛΦΑΒΗΤΑΡΙ»  της Δευτέρας «ΚΡΙΝΟΛΟΥΛΟΥΔΑ».  Στην  Τρίτη τάξη αρχίσαμε να γράφουμε με μελάνι, αυτό που φτιάναμε από φύλλα παπαρούνας, στην αρχή μουντζουρώναμε το τετράδιο.  Όλα τα θέματα που διαβάζαμε από τρίτη μέχρι έκτη τάξη ήταν σε  περιλήψεις σε ένα χοντρό βιβλίο το «ΑΠΑΣΑ ΥΛΗ»  επειδή δεν υπήρχε ή δεν μπορούσαμε να το αγοράσουμε αυτοί που ξεσκόλιζαν το έδιναν σε αυτούς που εξακολουθούσαν το σχολείο. Από την Πέμπτη τάξη διαβάζαμε καθαρεύουσα, το καθημερινό Αντιγραφή-Ορθογραφία- ήταν μισή σελίδα γιατί δεν υπήρχαν τετράδια, ή χαρτί για γράψιμο και αυτά που υπήρχαν ένα χαρτί χρώματος καφετί λερωμένου από τον οίκο Λαδόπουλο Πάτρας.
Το βάθρο με την έδρα του δασκάλου κι ένας μακρύς χάρακας όπου με αυτόν φοβέριζε όλους μας. Μάθαμε γεωγραφία για το Βελουχιστάν, αριθμούς συμμιγής, δεκαδικούς,  το μακρόν προ βραχέως περισπάτε, μάθαμε για την υπογεγραμμένη, τόνους την οξεία και την βαρεία, πνεύματα την δασεία και την ψιλή. Μάθαμε για τον Αβραάμ και Ισαάκ, για την καινή Διαθήκη, για το Βυζάντιο για τους εικονομάχους, τη υπερμάχω στρατηγέ,  το ‘όλη δόξα όλη χάρη…’  Την  επανάσταση και ήρωες του 21 για την Αγία Λαύρα, παλαιών Πατρών Γερμανός… οδηγός μας ήταν η εκκλησία ο παπάς, το πάτερ ημών, το πιστεύω, όταν περνάγαμε απ’ έξω κάναμε τον σταυρό μας, οι λιτανείες για να βρέξει, οι προηγιασμένες, ο αγιασμός τω σπιτιών τα Φώτα με το Εν Ιορδάνη… είδαμε γυναίκες να ξορκίζουν για το μάτιασμα, τη βασκανία, τη βεντερούγα. (ραχίτιδα)    
Κανένας δεν μας δίδαξε τίποτα για τον άνθρωπο, από τι είναι φτιαγμένος πως γεννιέται, φύγαμε και νομίζαμε ότι τα μωρά τα δωρίζει ο Θεός στους παντρεμένους.
Έτσι μου είπαν όταν ρώτησα. Τέτοια απομόνωση, σαν να διαβάζεις το "Εκατό χρόνια μοναξιάς" του Γαβριέλ Γκαρσία Μάρκεζ
Το πρωί πριν φύγουμε για το σχολείο  παίρναμε στην τσέπη μας λίγη φακή, ή αν είχαμε σταφίδες, τίποτα μπομπότα και τα τρώγαμε στον δρόμο.  Όχι  δεν υπήρχε ούτε ηλεκτρικό ούτε ήταν εύκολο ν’ ανάψεις φωτιά με ξύλα. 
Υπήρχαν κάτι σουγιάδες οι λεγόμενοι Κολοκοτρώνηδες  σκούριαζαν με την παραμικρή υγρασία,   πηγαίναμε στο βουνό ‘Αγία Δυνατή’ μαζί με την αδελφή μου και ξεριζώναμε τα αγριολάχανα, όσα είχαν απομείνει από τις γίδες που δεν ήταν δικές μας, είχαμε από ένα «φακότο» σακούλι  ο κάθε ένας, ήταν η μόνη μας ελπίδα για να χορτάσουμε την πείνα μας. Όταν περίσσευε  λαχανόζουμο το πίναμε το πρωί με λάδι.
Ξαφνικά  βρέθηκα σε έναν άλλον κόσμο, έναν κόσμο ριψοκίνδυνο, ναυτικό  περιπετειώδη, σ’ ένα βαπορίσιο περιβάλλον μπορώ να πω σε περιπτώσεις χυδαίο.  Βρέθηκα στον κόσμο του Ρίου Βραζιλίας για 40 μέρες, να πρωταγωνιστούν γυναίκες ακόμα κι Ελληνίδες αθυρόστομες (είχα μάθει ότι ήταν συνεργάτιδες των κατακτητών Ιταλών από νησί του Αιγαίου και είχαν φύγει για να γλυτώσουν) εποχή 1950  η Ρίτα έμπαινε στο Βαπόρι έτρωγε και βωμολοχούσε, είχε το ατού, μιλούσε Ελληνικά, έτσι έβγαινε κερδισμένη, μπρος τις Βραζιλιάνες όπου είχε γεμίσει το βαπόρι, αυτές που ερχόταν με τις βάρκες, στο αγκυροβόλιο..
Τελικά καταλήγαμε σε σπίτι της αδελφής της Ρίτας, της Φανής με την κόρη της Άννα πίναμε και ξεσπάγαμε στο τραγούδι στους δρόμους του Ρίο τότε ήταν της μόδας το τραγούδι «Ξημερώνει και βραδιάζει πάντα στον ίδιο το σκοπό…».
Μια ζωή μποέμικη, που  έχει αφήσει τα σημάδια της και δεν συγκρίνεται με αυτήν που ήξερα, που μου είχαν μάθει στο χωριό μου στην Ελλάδα…   

Γαβριήλ Παναγιωσούλης     


10 σχόλια:

Μαριάνθη είπε...

ΔΕΝ ΕΧΩ ΛΟΓΙΑ!!!! ΥΠΕΡΟΧΟ, ΑΠΟΛΑΥΣΗ. Ο,ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΓΙΑ ΤΟΥΤΗ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ. ΑΠΟ ΤΟΝ ΤΙΤΛΟ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΞΕΚΙΝΗΣΕ ΤΟ ΚΑΛΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ. ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΚΑΛΑ ΓΑΒΡΙΗΛ ΦΙΛΕ ΜΑΣ.
ΠΟΛΛΟΥΣ ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΥΣ.

Δώρα Γιαννάκου-Παρίση είπε...

Κύριε Γαβριήλ καλημέρα σας,κατ' αρχήν θέλω να σας ευχαριστήσω που μου κάνατε τη τιμή να μπήτε στο blog μου. Αυτη την εποχή δεν την έζησα ακριβώς, αλλά την ξέρω από εξιστορήσεις. Τί ωραία όμως που τη περιγράφετε! Πρέπει να τα διαβάζουν οι νέοι και να μαθαίνουν, τι κέρδισαν οι πατεράδες τους τόσα χρόνια με αγώνες και αίμα. Τώρα αφήνουν να τους παίρνουν μέσα από τα χέρια τους, όλα αυτά τα κεκτημένα χωρίς να λύσει μύτη. Πρέπει να καταλάβουν ότι αυτά δεν τους χαρίστηκαν. Σας χαιρετώ και σας ευχαριστώ.

pylaros είπε...

Αγαπητή μου Μαριάνθη,
Είναι κι αυτό μου το κείμενο μια εξομολόγηση, που κατά τη γνώμη μου πρέπει να μείνει γραμμένο στα βιωματικά μνημονεύματα της δικής μας Ελληνικής Ζωής.
τόσο βασανισμένη και μόλα ταύτα ήτο γλυκιά, ζεστή, ανθρώπινη.

Ευχαριστώ

Χαιρετισμούς
Γαβριήλ

pylaros είπε...

Αγαπητή μου Δώρα,
Χάρηκα πολύ για την επίσκεψή σας, μου αρέσουν τόσο τα γραπτά σας.
Το παρόν δημοσίευμα είναι μια εικόνα της ζωής που μεγαλώσαμε, που τίποτα δεν ήταν εύκολο, μια ζωή όπου δεν υπήρχε ηλεκτρισμός, νερό στα σπιτα, που ακόμη δεν είχαν εφευρεθεί το Νάϋλον τα πλαστικά, μα ούτε και τα φάρμακα, μια ζωή πρωτόγονη που όμως ήταν γεμάτη κατανόηση, αγάπη ζεστασιά και ανθρωπιά.

και πάλι σας ευχαριστώ

με εκτίμηση

Γαβριήλ

Dennis Kontarinis είπε...

Νάσαι καλά φίλε Γαβρίλη που τόσο όμορφα μας ζωγραφίζεις τα περασνμένα μας χρόνια. Και ποιός από μας δεν θυμάται τη γιαγιά μας με τη ρόκα, τα παραμύθια της, την πείνα μας και τα αξέχαστα πρώτα μας βήματα στα σχολεία της γειτονιάς μας.
Νάσαι πάντα καλά φίλε μου.

Χαρά Θεοδωρίτση είπε...

Αγαπητέ μου Γαβρίλη
διαβάζοντας τα όμορφα γεμάτα αναμνήσεις κείμενά σου,αναπολώ μια άλλη εποχή που εμείς τη μάθαμε απο τους γονείς και τους παππούδες μας ως επι το πλείστον κι απο τα αναγνώσματα του σχολείου.
Δεν ξέρω αν ήταν τύχη ή ατυχία που τα ζήσατε εσείς,όμως αυτά σμίλεψαν Ανθρώπους που εκτίμησαν Αξίες,κι αυτό το θεωρώ πολύ σημαντικό.
Την Καληνύχτα μου απο την Ελλάδα με πολύ αγάπη και θαυμασμό για το φοβερό μνημονικό σου!!!

pylaros είπε...

Καλημέρα φίλε μου Ντένη,
Αυτή η γιαγιά με τη Ρόκα, είναι φόρος τιμής στα μερη που γεννηθήκαμε, είναι ένα κομμάτι της ζωής μας αφού έτσι μεγαλώσαμε,
Τώρα η σημρινή νεολαία δεν ξέρει τι πάει να πει ανάγκη, πείνα και θαλπωρή.
και τα ρία αυτά συμβαδίζουν.

Νάσαι καλά φίλε

Γαβριήλ

pylaros είπε...

Αγαπητή μου Χαρά,

όλα αυτά που γράφω είναι αλήθεια, όμως θα σταθώ σε ένα χοντρό βιβλίο με τον τίτλο ΑΠΑΣΑ ΥΛΗ.

Από την τρίτη δημοτικού μέχρι την έκτη χρησιμοοποποιούσαμε το ίδιο βιβλίο, είχε όλο τον κόσμο σε περίληψη, κι όταν ξεσκόλιζαν οι μαθητές έδιναν το βιβλίο σε αυτούς που πήγαιναν τρίτη τάξη.
Μια υποχρεωτική ανακύκλωση.
¨οσο για να γράφουμε μας επέτρεπαν μισή κόλα χαρτιπύ την ημέρα (αντιγραφή Ορθογραφία) αφού δεν υπήρχαν τετράδια.

και όμως η διδασκαλία του τότε μας κρατά γνωστικούς μέχρι σήμερα...

Ευχαριστώ,
με αγάπη

Γαβριηλ

Μηθυμναίος είπε...

"και όμως η διδασκαλία του τότε μας κρατά γνωστικούς μέχρι σήμερα...

Αποκόβω αυτή τη φράση, φίλε μου, από την απάντησή σου στο σχόλιο της Χαράς και υπογραμμίζω τη λέξη γνωστικούς που περικλείει όλη την έννοια της μάθησης.

pylaros είπε...

Είναι αυτά που μας απόμειναν φίλε μου Στράτο, μας συνοδεύουν έως το τέλος!


Ευχαριστώ

Γαβριήλ