Ο Μετρητής του Χρόνου
(Αφιερωμένο στους πρωτοπόρους μεταπολεμικούς
Μετανάστες)
Μετά από δεκάωρη εργασία σε εστιατόριο της Νέας Υόρκης, αρχίζει ο αγώνας
του γυρισμού στο σπίτι.
Τα πόδια σου πρησμένα από την ορθοστασία πασχίζουν να σηκώσουν τα βαριά
παπούτσια σου, που μοιάζουν σα φέρετρα να κολλάνε σε κάθε σκαλοπάτι του μετρό,
σαν αυτό να ήταν το μνήμα τους, να χωθούν να ζήσουν στην αιωνιότητα. Τα
σκαλοπάτια βρώμικα μαύρα γεμάτα μασημένες και ποδοπατημένες τσίκλες τα
κατεβαίνεις με την ψυχή στο στόμα. Ο κόσμος πολύς, σε συνεπαίρνουν, σε
σπρώχνουν προς την πόρτα του τραίνου. Ούτε κατάλαβες πως μπήκες μέσα, σώματα
γύρω σου συμπαγή, δεν φοβάσαι μη χάσεις την ισορροπία σου, έχεις γίνει ένα
αναπόσπαστο κομμάτι ανθρώπινης μάζας.
Χέρια σηκωμένα κρατημένα από χειρολαβές, σάρκες πλαδαρές που κρέμονται από
γυμνά μπράτσα, μασχάλες που βρωμούν, κορμιά ιδρωμένα, χοντρά, αδύνατα, γέρικα
νεαρά.
Πρόσωπα πολύχρωμα, μαύρα άσπρα, κίτρινα, σοκολατί, μαλλιά σαν τα χρώματα της ίριδος, σκουλαρίκια
να κρέμονται από κάθε τρύπα. Αναπνοές που βρωμούν, βλέμματα αγριεμένα, μούτρα
αξύριστα, γένια μπερδεμένα, μουστάκια κινέζικα, σώματα σε κτυπούν, σε πατούν,
σε σπρώχνουν, πατάς κι εσύ σπρώχνεις όσο μπορείς. Το μετρό σταμάτησε. Ανοίγει η πόρτα βρίσκεσαι έξω.
Δοκιμάζεις ν’ αναπνεύσεις ελεύθερα να καταλάβεις πόση ώρα ήσουν στον κινητό κήπο της Εδέμ
κοιτάς το ρολόι του σταθμού τον μετρητή του χρόνου και βγάζεις μια φωνή, πω! πω! Άργησα. Φτάνεις
σπίτι.
Κουρασμένος κάθεσαι στον καναπέ, λασκάρεις τη ζώνη σου, βγάζεις τα
παπούτσια σου, αναπνιές βαθιά, έτσι
καθιστός τα μάτια σου κλείνουν από την κούραση. Μοιάζεις σαν μουμιοποιημένος
Φαραώ.
Αρχίζουν τα όνειρα, ξεκινούν από τον
νου σου μεγάλα στρογγυλά φωτεινά σχήματα, γεμάτα από μικρούς πολύχρωμους
κύκλους. Μες το σκοτάδι τα παρακολουθείς να χάνονται στο άπειρον σε ομοιόμορφες
καμπυλωτές τροχιές, σαν διάττοντες αστέρες. Όταν χαθούν αυτά αμέσως
παρουσιάζονται άλλα, πολύγωνα κλεισμένα
σε κύκλο σε πορτοκαλί χρώμα, ακολουθώντας την ίδια τροχιά, που απομακρύνονται
από εσένα με ιλιγγιώδη ταχύτητα, σε μια συνεχή καμπυλωτή σειρά που δεν
τελειώνει ποτέ, αφού εσύ είσαι η γεννήτριά τους.
Ξυπνάς, δεν ξέρεις πόσο καιρός πέρασε, ένα λεπτό, μια ώρα, μια μέρα, κοιτάς
για αποδείξεις, το ρολόι αυτό θα ξέρει. Είναι εκεί κοντά στο τραπεζάκι, είναι αυτό που σου μετρά τον
χρόνο.
Σου χαμογελά, ξέροντας ότι δεν
μπορείς να του ξεφύγεις κάνοντας τα μπλε φωτάκια του να αναβοσβήνουν.
Σηκώνεσαι, τρίβεις τα μάτια σου. Το χουφτιάζεις, το σφίγγεις, το πετάς κάτω, το
ποδοπατάς, καπνός βγαίνει από τα μπλε μάτια του σα να ήτανε η τελευταία του
αναπνοή, άχρωμες πια οι τρύπες στο μέρος των ματιών του. Το θυσίασες στο όνομα
της ελευθερίας του σκλαβωμένου εαυτού σου
Σταμάτησες τον μετρητή του χρόνου,
ελεύθερος άνοιξες τα μπράτσα σου και αγκάλιασες τον χρόνο σου, τον έσφιξες πάνω
σου κι άρχισες να κλαις, γιατί κατάλαβες ότι ήσουν δεμένος με αυτόν, τον συνεχιστή των βημάτων σου, μέχρι να ρθει η
επόμενη μέρα όπου πάλι θα ξανάρχιζες η
δεκάωρη εργασία στις σκοτεινο-βρωμερές κουζίνες, εκεί όπου θα επαναλαμβανόταν,
η ίδια ιεροτελεστία, όπου πάντα θα έτρεχες να προλάβεις τον χρόνο σου, αυτός
που φθείρει το είναι σου, σκοτώνει τα όνειρά σου, με αντάλλαγμα να μπορείς να
ζεις, να υπάρχεις, έως ότου πραγματοποιήσεις τα όνειρά σου, αυτά που είχαν
ριζώσει στο κορμί σου, μην έχοντας άλλη επιλογή, για το πώς να κερδίζεις τον επιούσιο…
Γαβριήλ Παναγιωσούλης
16 σχόλια:
Σε βρίσκω ανάμεσα στο πλήθος, σ’ αυτό το συνονθύλευμα ανθρώπων και την πανσπερμία των φυλών, σε ώρες που μαζί σου η πόλη σχολά κι εσύ καράβι ακυβέρνητο έτρεχες να προλάβεις το χρόνο. Θέλεις να φτάσεις στη θαλπωρή της εστίας. Εκεί να ονειρευτείς, να δέσεις το χρόνο. Μα το ρολόι σου χαλάει τα σχέδια, τα όνειρα κι εσύ ανήμπορος να τον δέσεις… αυτόν τον μετρητή που όσο και να θέλουμε αυτός δεν σταματάει… Με τίποτα, φίλε κι εμείς δεσμώτες του.
Φοβερά συγκλονιστικό Γαβριήλ...
Και αυτός ο χρόνος που τρέχουμε να προλάβουμε, που είμαστε δεμένοι όπως λες μ'αυτόν....πόσες αλήθειες γράφεις!
Καλή χρονιά Γαβριήλ
Ευχομαι να είναι για σένα και τους αγαπημένους σου η καλύτερη χρονιά όλων
Καλή σου νύχτα
... ένα 'πάτσγουόρκ' ύφασμα,
να τυλίγεσαι, και να σε πνίγει...
...και μετά, σου λένε ότι τα δολλάρια είναι στην άκρη των πεζοδρομίων... εδώ. Αρκεί να σκύψεις να τα ...μαζέψεις...
Καλή Χρονιά, Φίλε μας.
Υιώτα
Αυτό το βίωμα είναι γραμμένο με τόσο πάθος Γαβρίλη μου που πιστεύω ότι όταν το έγραφες το ζούσες ξανά από την αρχή !! Ο χρόνος που περνά μέσα σε τέτοια αποπνικτική ατμόσφαιρα μοιάζει με χρόνο χαμένο αλλά και όχι λόγω του επιούσιου ..
Την αγάπη μου
΄Καλησπέρα φίλε μου Στράτο,
Φίλε μου στο δημοσίευμα αυτό είναι οι πρώτες εντυπώσεις που έχεις ως νεοφερμένος legalmente στο κράτος των ΗΠΑ.
Επαναστατείς αισθάνεσαι δέσμιος σαν τον προμηθέα, η βαριά δουλειά σου παίρνει όλο σου το είναι, οι υποχρεώσεις τεράστιες το μεροκάματο πρέπει να βγει υποκύπτεις το κεφάλι και μπαίνεις στο λούκι, όμως δεν μπορείς να το χωνέψεις...
Δοκίμασα να αιχμαλωτίσω τον χρόνο μου να τον κάνω δικό μου, με το να σκοτώσω τον μετρητή του, δεν βαριέσαι χαμένος κόπος, αυτός δεν έχει ανάγκη από μετρητή, (μια ανθρώπινη εφεύρεση)
Ευχαριστώ σε φίλε
με αγάπη
Γαβριήλ
Αγαπητή μου Άννα Flo
Σε ευχαριστώ για την επίσκεψή σου και σου εύχομαι ο καινούργιος χρόνος να είναι γεμάτος χαρά κι ευτυχία.
Όλοι τρέχουμε, το γιατί μάλλον έτσι είμαστε πλασμένοι οι άνθρωποι, τρέχουμε και προσπαθούμε να σταματήσουμε τον χρόνο μας, κάτι το αδύνατον, τότε ξεσπάμε στον μετρητή του.
An illusion
Σε ευχαριστώ
Γαβριήλ
Αγαπητή μου Υιώτα,
Οι πρώτες Εμπειρίες στην καινούργια ζωή είναι οι πιο δύσκολες, μετά... αλλά καλύτερα να μην λέω τίποτα
χαιρετισμους
Χρόνια σας πολλά
Γαβριήλ
Αγαπητή μου Νικόλ,
Καλά πολύ καλά το κατάλαβες το άρθρο μου αυτό είναι γραμμένο με πάθος, είναι μια διαμαρτυρία, είναι ένα ξέσπασμα αγανάκτησης, μαθημένος από μια διαφορετική κουλτούρα να προσπαθείς να επιβιώσεις και όχι μόνο ο εαυτός σου αλλά 3 μικρά παιδιά και γυναίκα σε ένα ξένο περιβάλλον.
Δεν υπήρχε η πολυτέλεια του δεν, της άρνησης έπρεπε να βγει το μεροκάματο με οποιονδήποτε τρόπο.
ήταν η αρχή δεκαετία του 1970, δεν μπορούσα να ξεσπάσω πουθενά μόνο στην πέννα τότε κράταγα σημειώσεις, φώναζα διαμαρτυρόμουνα, δεν βαριέσαι κόπος χαμένος.
Στην Γουατεμάλα από όπου ήρθαμε εργαζόμουν τελευταία σε ένα εργοστάσιο πλαστικών Lacoplast ως Jefe de personal οι ιδιοκτήτες Έλληνες από την Βενεζουέλα, καταγόμενοι από την Λακωνία, από εκεί και το Λακοπλάστ
Τι να πω!
Η ζωή μου γεμάτη περιπέτειες, το παρελθόν μου, με δίδαξε πολλά τα λάθη μου τα βλέπω, προσπαθώ να περνώ ήρεμα το σήμερα κι εύχομαι να είναι γαλήνιο το διάβα μου-μας τώρα στα γεράματα.
Χρόνια σου πολλά και σε ευχαριστώ
με αγάπη
Γαβριήλ.
υ. γ.
Πολύς κόσμος έχει έρθει μετανάστης στην Αμερική, ίσως οι άλλοι να μην παρατηρούσαν αυτά που έβλεπα εγώ, ίσως να είχαν πιο δυνατό χαρακτήρα, ή να μην τους ενδιέφερε τίποτε άλλο εκτός από το κέρδος, το χρήμα.
Όμως ο χαρακτήρας του κάθε ενός μας είναι τόσο διαφορετικός όπως και τα δάχτυλα του χεριού, αν και ανήκουν στο ίδιο χέρι το κάθε ένα είναι διαφορετικό.
Γ...
Πόσο σε καταλαβαίνω να'ξερες!...
Σαν να έζησα μαζί αυτό το εξουθενωτικό δεκάωρο.
Συγκλονιστική η μαρτυρία σου Γαβριήλ, καθώς και το σχόλιο σου στην Νικόλ.
Λίγο-πολύ είναι η ίδια "φυλακή" για όλους όσους τρέχουμε καθημερινά να προλάβουμε το χρόνο, να βγούμε για λίγο στην επιφάνεια για καθαρό αέρα κι ύστερα τα κεφάλια πάλι μέσα στο αέναο κυνήγι της επιβίωσης.
Οι σκηνές στο μετρό αρχίζουν πλέον να είναι κοινές και εδώ, με τα ανθρώπινα μελίσσια να ασφυκτιούν σε βαγόνια και υπόγειες σήραγγες.
Ευλογημένος που ολοκλήρωσες τον κύκλο του καθήκοντος και απολαμβάνεις τους καρπούς του αγώνα σου! Να χαίρεσαι την οικογένειά σου και να παραχωρείς στον εαυτό σου όλες τις μικρές ή μεγάλες απολαύσεις που στερήθηκες.
Καλή χρονιά να έχετε!
Αγαπημένε μου Γαβρίλη ...
Η σημερινή σου ανάρτηση εμένα με πόνεσε!
Περιέγραψες κομμάτι από τα βιώματα του μπαμπά μου!
Τα πόδια του έχουν την πάθηση "το πόδι του αθλητή" Μικρή δεν καταλάβαινα γιατί ο μπαμπάκος μου είχε τέτοια δάχτυλα.....
Κι ανατρίχιαζα απλά όταν τα έβλεπε\α. Μεγάλη έμαθα να εκτιμάω κάθε του πληγή. Γιατί πάνω σε αυτές τις πληγές έχτισε το μέλλον μου!
Υγρασία και ορθοστασία μέσα στις κουζίνες! Πάνω από 30 χρόνια μέσα στις κουζίνες ο μπαμπάς μου!
Αύριο με το καλό θα του διαβάσω την ανάρτηση σου!
Σε φιλώ γλυκά...
Αγαπητή μου κ. Μ. Κανελλάκ
Πάντοτε οι εντυπώσεις ενός καινούργιου συστήματος εργασίας, ή ας πούμε μην αντέχοντας την κόπωση της νέας σου καριέρας ή ζωής, σου φέρνει την απαισιοδοξία, μάλλον αισθάνεσαι τον εαυτόν σου σκλάβο, η κούραση δεν σου επιτρέπει την σκέψη,
Τότε κατά διαστήματα επαναστατείς, ειρωνεύεσαι τα πιστεύω της κοινωνίας, των ανθρώπων και φωνάζεις διαμαρτύρεσαι, χωρίς κανένα αποτέλεσμα.
Τώρα μια επεξήγηση, Δεν είναι όλοι οι άνθρωποι τα ίδια, άλλοι στρώνοντε στην δουλειά, αντέχουν, σταματούν να σκέφτονται το γιατί και το διότι, σκοπός τους το κέρδος, σε αυτούς βγάνω το καπέλο μου που λένε, το σέβομαι και το επικροτώ!
Όμως με το να γράφω, με το να μπορώ να εκφράζω με την πένα αυτά που νομίζω ότι είναι παράξενα, στραβά ή όχι αισθάνομαι ότι συμβάλω σε μια μου αναπτέρωση του ηθικού μου, ότι στην άλλη μου ζωή θα πρέπει να μπορώ να ικανοποιήσω τα όνειρά μου:
Να έχω πολλά μολύβια, εγκυκλοπαίδειες, να γράφω, να ταξιδεύω μαζί τους στον υποθετικό κόσμο το πως θα ήθελα να ήταν ή εξιστορώντας τις εντυπώσεις μου κλπ. Και μετά να ξυπνώ από γράψιμο, ή το διάβασμα, να βγαίνω βόλτα, να θαυμάζω την φύση και να αισθάνομαι ευτυχής.
Σήμερα οι υπολογιστές έχουν πάρει την θέση της πένας και των μολυβιών κλπ...
Σε ευχαριστώ πολύ
Χρόνια πολλά και καλά
Γαβριήλ,
Συγνώμη για την πολυλογία μου
Κι΄όμως φίλε Γαβρίλη, παρ΄όλη την κούραση και τον χρόνο που μας κυνηγούσε τότε, θα θυμάσαι ότι πάντα τα καταφέρναμε και τρέχαμε νο βοηθήσουμε το σχολείο των Αγίων Αναργύρων όπου φοιτούσαν τα μικρά μας.
Είμαστε άνθρωποι υπέροχοι τότε φίλε μου. Θυμάσαι τι γινότανε στο πάρκο τα απογιέματα της Κυριακής; Πόαο όμορφα τα περνούσαμε τότε.
Δεν είχαμε ελεεινά υποκείμενα ανάμεσά μας. Πιστεύαμε ο ένας τον άλλον.
Νάσαι καλά φίλε μου.
Αγαπητή μου Αριστέα,
Θα πρέπει να αισθάνεσαι χαρούμενη, γύρισε ο Μαξ!
Το δημοσίευμά μου είναι από τον καιρό που τα 90% των Ελλήνων μεταναστών εργαζόταν στα εστιατόρια.
Σου πρόσφεραν φαγητό, ρούχα, και δεν έπρεπε να ξέρεις την γλώσσα με λίγα αγγλικά πέρναγες.
Δεν είχες την πολυτέλεια να πας σχολείο, να μορφωθείς αφού οι υποχρεώσεις σου έτρεχαν.
Θυμάμαι μέχρι πλασιέ υποδημάτων ερχόταν στα εστιατόρια και πουλούσαν ειδικά παπούτσια για την ορθοστασία.
Ο πατέρας σου που έζησε τόσα χρόνια στα εστιατόρια θα πρέπει να θυμάται.
Απ' τον ιδρώτα τα πόδια πάθαινα μόλυνση ανάμεσα στα δάχτυλα, με μια φαγούρα που πλήγωνες "πόδι του Αθλητή",
Όμως σήμερα λέμε περασμένα ξεχασμένα
Σου εύχομαι ο καινούργιος χρόνος να σου φέρει ότι επιθυμείς
ευχαριστώ
με αγάπη
Γαβριήλ
Πέρασαν τα χρόνια φίλε Ντένη,
Μαζί τους πήραν και την ακμή, μαζί τους πήραν και την πίστη μου, σε κάθε τι το πάτριο.
Τότε πάνε 43 χρόνια περίπου, είχα μια ακμαιότητα μια δίψα για μάθηση, Η εκκλησία των Αγίων Αναργύρων ήταν η πρώτη μου ανάμιξη με την Ελληνικά παροικία Εκεί ήσουν κι εσύ,
Από τότε πέρασαν πολλά χρόνια χιόνια ήρθαν στα μαλλιά μας, φυσικό είναι κι αυτό, όμως αλλιώς το περιμέναμε, ή το περίμενα κι αλλιώς ήλθε.
Την καληνύχτα μου
Ευχαριστώ
Γαβριήλ
Γιατί ρε Μπάρμπα Γαβριήλ έφυγες από τα εστιατόρια; Σου πήγαινε μωρέ κείνη η άσπρη ποδιά. Και δε μου λες πώς τα κατάφερες; Εγώ γιατί είμαι ακόμα στα εστιατόρια 26 χρόνια τώρα; Μάλλον εμένα δεν με ενοχλούσαν οι μασχάλες που βρομούσαν, τα ιδρωμένα κορμιά και οι βρώμικες αναπνοές των μαύρων, των κίτρινων, των σοκολατί, ο συνωστισμός και το σπρωξίδι μέσα στο τρένο. Αυτοί που με έφεραν.. φρόντισαν να με εφοδιάσουν με ένα σαραβαλάκι να κινούμαι και δεν χρειάστηκε ποτέ να χρησιμοποιήσω τρένο. Από τα λεγόμενά σου συμπεραίνω ότι δεν έμεινες πολύ καιρό σε αυτές τις μπίζνες. Τα δικά μου πόδια έχουν περάσει όλες τις αρρώστιες, του αθλητή, του πρωταθλητή, του μάγειρα, του σερβιτόρου, του λαντζιέρη, του φασιναδόρου, ποδάγρα ( που λέγαμε στον Λογκανίκο ), χιονίστρες, σκασίματα..26 χρόνια είναι αυτά. Δουλεύω 6 μέρες τη βδομάδα 4 από τις οποίες είναι διπλή βάρδια. Η περιοχή γύρω από τις πατούσες μου γίνεται σαν τσαρούχι ( που όπως επίσης λέγαμε στον Λογκανίκο ). Η γυναίκα μου, μου έφερε μια λίμα σαν αυτές που καθαρίζουν τα νύχια λίγο μεγαλύτερη και πιο σκληρή για να ξύνω τη φτέρνα και τα σκασίματα. Δεν έκανε τίποτα και τότε αγόρασα έναν τρίφτη σαν κι αυτόν που τρίβουμε τη μυτζήθρα, ατσαλένιο και βρήκα την υγειά μου. Τα γδέρνω κάθε βράδυ, σαν τον πεταλωτή που έκοβε το ξερό δέρμα και τα νύχια του μουλαριού, πριν καρφώσει το πέταλο. Τώρα θα είμαι για άλλα 26 χρόνια στο εστιατόριο. Σηκωτό - μάλλον ξαπλωτό -θα με πάρουνε γιατί τώρα τελευταία διαμαρτύρονται μερικοί σπόνδυλοι ότι τους ...καταπιέζω, πετάγονται από τη θέση τους και περπατάω σαν τον Αγησίλαο τον Χατζή ( ένας καμπούρης στον Λογκανίκο ). Εμένα όμως δεν με πτοούν κάτι τέτοια, θα τους βάλλω στη θέση τους τους σπόνδυλους γιατί όπως επίσης λέγαμε στον Λογκανίκο..εγώ να είμαι καλά κι ας σούρνομαι.
....Υγεία σε όλους
Καλημέρα από ΝΥ φίλε μου Γιώργο!
Αχά!
Τα εστιατόρια του καιρού εκείνου, δεν ξέρω ίσως και σήμερα,
ήταν από απόψεως εργασίας (σα να ήσουν στα κάτεργα) δική μου η λέξη, δεν θέλω να παρεξηγηθώ, όμως σου προσέφεραν σχετικώς καλό μισθό, χρήματα όπου τα είχες ανάγκη για να ζήσεις μαζί με την οικογένειά σου.
ΔΕΝ ΣΟΥ ΖΗΤΟΥΣΑΝ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΟ ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ή άλλων σχολών (Μεγάλη δουλειά αυτό φίλε μου) αφού δεν είχα καμιά περγαμηνή
ΟΙ ώρες ήταν ανάποδες, για 15 χρόνια πήγαινα για δουλειά από 4 το πρωί μέχρι τις 2:30 μεσημέρι, μετά σε άλλο, από τις 6-4, μετά από τις 7 το βράδυ μέχρι τις 5 πρωινή, σε αυτό δεν άντεξα πολύ μόνο μερικούς μήνες, μετά από τις 3 το απόγευμα μέχρι 12 μεσάνυκτα.
¨όπως καταλαβαίνεις η δουλειά υπήρχε όλο το 24ωρο.
Όταν σχόλαγα ήμουν πτώμα από την κούραση, μάλλον δεν θα ήμουν άνθρωπος αντοχής και με όλα ταύτα εργάστηκα για 30 χρόνια μια δουλειά που δεν ήταν του γούστου μου, αλλά οι υποχρεώσεις δεν επέτρεπαν να αλλάξω, ή μάλλον είχα μπει στο λούκι που λένε.
όμως υπάρχει ελπίδα στην άλλη μου ζωή θα και θα και θα έχω τόσα πλάνα στο μυαλό μου!!!
όσο για τα πόδια εγώ είχα ένα ατού, ήμουν ελαφρύς δεν ζύγιζα ποτέ μου πάνω από 118 pounds οπότε δεν ήμουν βαρύς αλλά και πάλι είχα προβλήματα.
Φίλε η προσφορά του καιρού εκείνου των ιδιοκτητών εστιατορίων σου έλεγαν μισθό σχετικώς καλό, ποιο πολύ από τα εργοστάσια, φαγητό όσο θες χωρίς να πληρώνεις και ρούχα πουκάμισο ποδιά μερικά και παντελόνι,
Σήμερα άλλαξαν τα πράγματα, οι Έλληνες μετανάστες μορφωμένοι πια δεν αναζητούν τέτοιες δουλειές, τις οποίες σήμερα κάνουν οι Μεξικάνοι.
Σήμερα φίλε πας σε Ελληνικό εστιατόριο εδώ στην Νέα Υόρκη να φας ελληνικό φαγητό, ο μάγειρας Μεξικάνος...
Μετά κι αφότου πήρα σύνταξη ένα Diner ζητούσε προσωπικό για το Counter λέω ας πάω να δω τι θα μου πουν.
όταν τους είπα τον μισθό που θέλουν μου είπαν ότι με τα ίδια χρήματα θα έπαιρναν 2 Μεξικάνους όπου κι έγινε...
Μια παροιμία λέει -όχι όπως ξέραμε αλλά όπως βρήκαμε-
Φίλε ευχαριστώ για την επίσκεψή σου, σήμερα πλέον είμαι στο περιθώριο από ζήτημα εργασίας, απλούστατα παρατηρω και φιλοσοφώ
Αύριο Κυριακή θα βρέχει πολύ
καλό week end
Gabriel
Δημοσίευση σχολίου