Σάββατο 22 Μαρτίου 2008

Οι Γλάροι, η Ελπίδα, σε NOIR





Η φωνή του δεσμοφύλακα τρυπούσε τα αυτιά των κρατουμένων, κρατούσε μια μαγκούρα, έτσι για να δίνει έμφαση στο ποιος ήταν το αφεντικό.
Ώρα να κλειστείτε στα κελιά σας ωρυόταν, θα έπρεπε να περάσουν από μια παγωμένη αυλή, όπου από κάθε γωνία της, τους παρατηρούσαν οπλισμένοι φύλακες, ανεβασμένοι στις σκοπιές τους. Από την αυλή αυτή ξεκινούσε μια σιδερένια σκουριασμένη και παγωμένη σκάλα, αυτή που οδηγούσε στο δεύτερο όροφο, εκεί όπου βρισκόταν τα κελιά τους. Ο Μίκης σήκωσε το κεφάλι του ψηλά, ένα κύμα από γλάρους πετούσαν στον ουρανό, έκαναν βουτιές στο λιμάνι, κράζοντας χαρούμενα. Άρχισε να τους μετράει, η ελπίδα ελευθερίας φούντωσε μέσα του σα να ήταν γλάρος. Δεν άντεξε, τους φώναξε!
«Eε! εσείς αδέλφια μου πουλιά, να ξέρατε πόσο σας ζηλεύω που πετάτε ελεύθερα, θαλασσοπούλια μου, καθρέφτες της ψυχής μου, που κυνηγάτε τα βαπόρια στης προπέλας τα αφρώδη απόνερα.»
Θόρυβος ακούστηκε από πίσω του, προχωρείτε φώναζαν… το σπρώξιμο από την ανθρώπινη μάζα ισχυρό, καταπιεστικό. Μάταια κρατιόταν από τις χειρολαβές της σκάλας, δε άντεχε άλλο. Έφτασε ως το κεφαλόσκαλο, κρατήθηκε, οι άλλοι τον έσπρωχναν, προχώρα μην χαζεύεις θα σε τσακίσουν οι από πίσω του φώναξε ο διπλανός του.
«Μα, οι γλάροι μου»…
Μπροστά του έχασκε η πόρτα της φυλακής τα κάγκελά της φάνταζαν σαν δόντια σε στόμα θηρίου, που περίμεναν να καταπιούν έναν καινούριο Ιωνά.
Σπρώχτηκε, καταβροχθίσθηκε στην κοιλιά του σκοτεινού ματωμένου υγρού κελιού, ένα κύμα μίσους ανημποριάς τον κυρίεψε, εναντίων του κατεστημένου, εναντίον των ανθρώπων, δεν είπε τίποτε σε κανένα, ποιος θα τον άκουγε;
Τράβηξε για το στρώμα του, ξάπλωσε και κλείστηκε στον εαυτόν του ακόμα πιο πολύ… με όνειρα την ελπίδα, τη θάλασσα, τους γλάρους, τα βαπόρια.
Οι γλάροι τον συντρόφευαν στην καταχνιά της ζωής του σε αυτό το νησί των κατατρεγμένων τo 'Έλλις,' σφηνωμένο στο στόμιο του λιμανιού της Νέας Υόρκης.
Η λύτρωση ήρθε από τη θάλασσα καβάλα σε δελφίνι σε φόρμα βαποριού με όνομα του μεγάλου βουνού της Κεφαλονιάς «Αίνος», αυτού με τη μαύρη ελάτη όπου ζουν τα άγρια άλογα του.
Το βαπόρι ‘Αίνος’ σημαία Παναμά, κι ο Μάκης για χρόνια αρμένιζαν στους αφρούς των κυμάτων, συνοδευόμενοι από τους γλάρους, μαζί με την ελπίδα. Η θάλασσα τον πήρε στην αγκαλιά της, τον βάφτισε με αρμυρό νερό, του χάρισε τη γυναικεία αγκαλιά, την αγάπη, τον έρωτα, την ανθρώπινη κατανόηση, την ευτυχία.

Γαβριήλ Παναγιωσούλης

22 σχόλια:

Μηθυμναίος είπε...

Έχω μια ξεχωριστή φίλη που πάντα μου λέει πως είναι «κόρη της θάλασσας»! Τώρα βλέπω πως αυτή η θάλασσα η ξελογιάστρα χαρίζει τόσα πολλά στους ανθρώπους της…

pylaros είπε...

Υπάρχει μια θεωρία ότι προερχόμαστε από τη θάλασσα, δηλαδή ότι εκεί πρωτοεμφανίστηκε η ζωή.
Λέτε να αληθεύει;
Πάντως εγώ, αν και βρεμένος με αρμύρα δηλώνω άγνοια,

ευχαριστώ,

Γαβριήλ

Dimitrhs είπε...

Αγαπητέ φίλε, δεν είναι κόπος να σε διαβάζω, μα ευχαρίστηση.
Ευχαριστώ και που με υπολογίζεις σα φίλο.

Δημήτρης Ζαχαρόπουλος

Αντί για σχόλια

ΤΟ ΚΕΛΙ ΔΩΔΕΚΑ

Μες το κελί το δώδεκα,
στο ερημονήσι επάνω,
διδάχτηκα τον κώδικα,
από το γέρο Πάνο.
Μου είπε, πώς να έρχομαι
σε επικοινωνία,
με τα κελιά τα διπλανά,
να σπάω την ανία.

Μες το κελί το δώδεκα,
γινόταν φασαρία…
Με χτύπαγαν, με μάτωναν,
με μίσος και μανία!
Και στα κελιά τα διπλανά,
τον κώδικα χτυπούσαν…
μου ’λεγαν: « φίλε, άντεξε! »
σε ότι, με ρωτούσαν.

Κι εγώ, κουράγιο παίρνοντας,
ούτε μιλιά δε βγάνω
σκεφτόμουν’… πως, τους φίλους μου,
μες τους εχθρούς δε βάνω.
Και σα μ’ αφήκαν κάποτε,
ξέπνοο στο κελί μου,
όλοι, οι φίλοι οι διπλανοί…
χτυπούν, πως ειν μαζί μου!

Δ.Γ.Ζ.

Ανώνυμος είπε...

Οι Γλάροι, η Ελπίδα σε νοιρ παρήλασαν όλα από το φτωχό μου το Ε-μαιλ μου, και μαζί περάσανε «η Αμμος και ο Λύχνος» , Τα χέρια σε ΝOIR , O Θεός των Φτώχών, «η Απολογία σου» και «το μπλε Τριαντάφυλλο». Δεν χόρταινα να σε διαβάζω !



Νάσαι καλά !



GEORGE AVRAS - 23.3.08

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητέ μου Γαβριήλ,

Διάβασα το σύντομο κειμενάκι σου, μεστό και σωστά στημένο στο δεξιοτέχνη αργαλειό με τα ανεξίτηλα και ζηλευτά νήματά σου, και παρόλο που είναι απλωμένο σε λίγες αράδες, είναι καταπληκτικά χορταστικό και ελπιδοφόρο.

Συχνά «περπατώ» στη σελίδα σου και σε διαβάζω ανελλιπώς, όπως και άλλους φίλους που πιάνονται με τον αφέντη λόγο, συνήθως δεν απαντώ εξαιτίας έλλειψης χρόνου, μένει όμως, πάντα, μια υπέροχη γεύση ανακατεμένη με πολλά «χρώματα», έτσι που να καλλιεργούν και να συντηρούν

το δικό σου πορτρέτο, απείραχτο και αχτύπητο απ’ το χρόνο.

Φιλικά Βάιος

iakovos είπε...

Αχ αγαπητέ μου Γαβριήλ, πόσο με σαγινεύει αυτή η θάλασσα. Πρέπει να διαβάσεις το δικό μου άρθρο για τη θάλασσα, μάλλον για τον Έλληνα και τη θάλασσα, την υδρομάνα μας, την αδερφή, ξαδέρφη, ερωμένη και κόρη μας.
Ελπίζω μια μέρα να το αναρτήσω κι εγώ στο μπλογκ μου και να σου ζητήσω, έτσι όπως απλά και ωραία μου το ζήτησες κι εσύ, να το διαβάσεις...
Με συγχωρείς που δεν σχολιάζω άλλα γραπτά σου. Είμαι πάρα πολύ απασχολημένος με τα κοινά εδώ. Κάποιος πρέπει ν' ασχοληθεί και μ' αυτά γιατί διαφορετικά σαν λαός, σαν πολιτισμός και γλώσσα χανόμαστε...

χαιρε πάντα μέσω της πένας σου
Ιάκωβος

Ανώνυμος είπε...

Καλημέρα φίλε
Γιά μιά ακόμη φορά εντυπωσιάζεις με τον τρόπο που μπορείς να μεταφέρεις στο χαρτί τις εικόνες σου αλλά και τις ψυχικές καταστάσεις των ηρώων σου.
Το να αφήνει πάνω στους γλάρους την ελπίδα του ένας κλεισμένος στα σίδερα είναι ό,τι του έχει απομείνει. Είναι η ανάγκη της ψυχής να πιαστεί από κάπου μέχρι που να βρεθεί κάποιος "Αίνος" Που οποσδήποτε κάποια στιγμή θα έρθει.
Νάσαι καλά γιά τις ζωγραφιές που μας χαρίζεις.
Ντένης

Ανώνυμος είπε...

Γερασιμάκη μου…τα γραφτά σου έχουν μια ξέχωρη ιδιότητα που συγκινεί πολύ…
Έχουν μια ολοδική τους ειλικρίνεια που τους δίνει μια ολοζώντανη εικόνα και θαρρείς πως βλέπεις ταινία.
(Οι Γλάροι, η Ελπίδα, σε NOIR) ήταν τόσο αληθινό γιατί το έζησες!
Μου άρεσε πολύ ολόθερμα συγχαρητήρια.
Με απέραντη φίλια και αγάπη

ΣΤΕΛΛΑ ΖΑΜΠΟΥΡΟΥ ΦΟΛΛΕΝΤΕΡ 03/24/08 New York

Ανώνυμος είπε...

Γαβριήλ,εμπειρικό,βιωματικό ,αγνό,
απλο'ι΄κο και αθώο το γράψιμό σου.
Αυτό δείχνει ότι μπόρεσες να μείνεις ψηλα,σαν το λάδι πάνω απο την μούργκα.
Σ'ένα τέτοιο γράψιμο βλέπεις πρώτα
απ'όλα τον Ανθρωπο.
Φυλακές; υπάρχουν και τώρα.Και το κακό είναι ότι οι γλάροι έχουν γίνει γεράκια.

Σε διαβάζω,όταν θέλω να γίνω απλός και ωραίος.

Σπύρος Δαρσινός

pylaros είπε...

Το κελί δώδεκα, ωραίο το ποιήμα σου Δημήτρη, εμένα ήταν το 205, αυτά είναι αποτυπώματα της μνήμης που είναι μόνο δικά σου και μένουν σαν τα δαχτυλικά...

ευχαριστώ

Γαβριήλ

pylaros είπε...

Φίλε μου, κ Αβρά,
χάρηκα που σου άρεσαν τα κείμενά μου, θυμάμαι τα περασμένα και δεν το πιστεύω ότι είμαστε τόσο μακριά.

ευχαριστώ

Γαβριήλ

pylaros είπε...

Φίλε Βάιο!

Αχ! αυτή η έλλειψη χρόνου μας τυρανά όλους μας,
Χάρηκα φίλε που περπάτησες στη σελίδα μου...

ευχαριστώ

Γαβριήλ

pylaros είπε...

Ιάκωβε! θα περιμένω να το αναρτήσεις, η θάλασσα είναι η 'υδρομάνα' μας, όπως λες κι εσύ, το γαλάζιο χρώμα της η ελπίδα,
και η αρμύρα της το αίμα μας,

Ευχαριστώ

Γαβριήλ

pylaros είπε...

Ντένη, μα εσύ φίλε μου ζωγράφισες τα απόκρυφα της ψυχής μου, αυτής που έλπιζε στα φτερουγίσματα των γλάρων!


Ευχαριστώ φίλε

Γαβριήλ

pylaros είπε...

Στέλλα αντιγράφω 'έχουν μια ολοδική τους ειλικρίνια'
με αυτό τα λες όλα,

ευχαριστώ!

Γαβριήλ

pylaros είπε...

Φίλε Σπύρο,
μα τι μου λες; Θα με κάνεις να το πιστέψω.

'Σε διαβάζω όταν θέλω να γίνω απλός και ωραίος.'

Ευχαριστώ!

Γαβριήλ

Ανώνυμος είπε...

Φίλε Γαβρίλη, μας δουλεύεις τώρα να πούμε; Πήγες τουρίστας στο Ellis Island και δεν είδες απέναντι το άγαλμα της ελευθερίας;! Ευτυχώς που πρόλαβαν οι γλάροι και ο Αίνος και σε γλύτωσαν από το μπουντρούμι κι έτσι αρπάζουμε κ'εμείς την ευκαιρία συνταξιδεύοντας με τη θαλασσοδαρμνένη πένα σου, ν'απολαύσουμε λίγο θαλασσινό αεράκι, λίγη θαλασσινή αλμύρα, ή έστω και κάποια θαλασσινή περιπέτεια, εδώ στα σίδερα και τα τσιμέντα της Νέας Υόρκης. Αντε λοιπόν βίρα τις άγκυρες. Νέα Υόρκη, 3/2008, Νίκος

ΦΑΙΔΩΝ ΘΕΟΦΙΛΟΥ είπε...

Mε τόσο απλό και άμεσο τρόπο βρίσκεις το συντομώτερο δρόμο για τη καρδιά του αναγνώστη.Ατμοσφαιρικό το κείμενό σου και νοτισμένο από τη θάλασσα και την υγρασία της ψυχής που αναζητούσε την ελευθερία!

pylaros είπε...

Νίκο, το νησί Έλλις, όπως ξέρεις ειναι σήμερα μεταναστευτικό μουσείο, ακόμα υπάρχουν χαραγμένα στους ξύλινους δοκούς των αιθουσών ονόματα Ελληνκά, αυτών που περασαν από μέσα, επίσης από εκεί ναι αντικρίζεις το άγαλμα της ελευθερίας...
Ευχαριστώ

Γαβριήλ

pylaros είπε...

Φίλε Φαίδων,
Κάτι τέτοια περιπετειώδη κείμενα, διαμορφώνουν τον παιδικό χαρακτήρα του ανθρώπου, ώστε να μην πιστεύει στην παροιμία το "ότι λάμπει είναι χρυσός."

Ευχαριστώ

Γαβριήλ

Ανώνυμος είπε...

" Μα οι γλάροι μου" φώναξες. "Η ελπίδα μου" συμπληρώνω εγώ. Το ένοιωσα πολύ το κείμενό σου, Γαβρίλη. Ιδίως με σκηνικό το Έλλις Άϊλαντ,έγινε πιο γνήσιο και φωτογραφικό, για μας που ζούμε εδώ. Κάπου όλοι μας,σέρνουμε μέσα μας εγκλωβισμένα τα βιώματα της ψυχής μας και το ξέγνοιαστο πέταγμα των γλάρων μας δίνει πάντα μια αναλαμπή απελευθέρωσης και ελπίδας. " Ελπίδα" διάβασα κάπου, " είναι η αγάπη που ονειρεύεται." Μια αγάπη, που δεν θες να σ'αφήσει ποτέ.
Γιατί τότε, θα θάψουμε την ζωή μας.
Να είσαι καλά,
Βάνα.

pylaros είπε...

Αγαπητή Βάνα,
Οι αναμνήσεις, μάλλον οι περιπέτειες μιας παιδικής ηλικίας, τότε που ακόμα δεν είχε ωριμάσει το μυαλό, μένουν αξέχαστες και βαθιά στο υποσυνείδητο του ανθρώπου αφήνουν σημάδια, που δυστυχώς παρά τη θέλησή σου είναι υπαρκτά. Βλέποντας τους ελεύθερους γλάρους, σου γεννιέται η ελπίδα η οποία σε συντροφεύει σε όλο σου το βίο.

Ευχαριστώ

Γαβριήλ