Θαλασσοβρεγμένων γήινη «Ανάσταση»
Τα κύματα χτυπούσαν το βαπόρι από την αριστερή πλωριά μάσκα, έ, όχι ότι είχαμε γερή φουρτούνα αλλά ένα αεράκι που μας χάιδευε με θαλασσόνερο την κουβέρτα κι άφηνε στην κουπαστή μια άχνη από αλάτι που έμοιαζε σα ζάχαρη σε τούρτα. Είχαμε αναχωρήσει από το Ρεσίφε Βραζιλίας ταξιδεύαμε τον νότιο Ατλαντικό θα περνάγαμε το ακρωτήριο της καλής ελπίδας, φορτωμένοι ρύζι από Νέα Ορλεάνη με προορισμό το Μπανγκλαντές. Στο Ρεσίφε είχαμε πιάσει για καύσιμα εκεί το πλήρωμα έμπλεξε με γυναίκες, ο θερμαστής της βάρδιας 4-8 δεν ήρθε στο βαπόρι και όταν ο της 12-4 τελείωσε τη βάρδια του και δεν φάνηκε αντικαταστάτης έκλεισε τις φωτιές απ’ τα καζάνια και βγήκε στη στεριά τον περίμενε γυναίκα. Έτσι το βαπόρι ξημέρωσε νεκρό, όταν έκανε την εμφάνισή του ο Κεφαλλονίτης των 4-8 γελώντας και μισομεθυσμένος τον υποδέχθηκαν με σπρωξιές και τον έστειλα κατευθείαν Ελλάδα. Από όταν είχαμε αναχωρήσει από Νέα Ορλεάνη πριν περίπου 40 ημέρες τα ψυγεία δεν δούλευαν κανονικά, αυτό μας προβλημάτιζε. Στο Ρεσίφε ήρθαν ψυκτικοί τα διόρθωσαν, μετά από δυο μέρες πάλι χάλασαν, είμαστε πλέον στο πέλαγος. Αν ποτέ τα διόρθωναν (οι μηχανικοί του βαποριού) και δοκίμασαν, τα κομπρεσέρ δούλευαν χωρίς να παράγουν ψύξη. Ο πρώτος μηχανικός ένας αργεντινός με έναν τουπέ στρατάρχη, αφού όταν ερχόταν στην τραπεζαρία για φαγητό έφερνε μαζί του μια φωτογραφία του ίδιου φορώντας στολή με γαλόνια μπροστά σε τραπέζι με ένα μπουκέτο λουλούδια και μου έλεγε: Να έτσι περνάμε στα Αργεντίνικα βαπόρια. Αυτός λοιπόν μου έλεγε ότι φταις εσύ που χάλασαν τα ψυγεία γιατί τα ανοίγεις πολλές φορές.
Μου είχε κολλήσει κι ένα χαρτί στην πόρτα να γράφω κάθε πότε τα άνοιγα. Ήταν φανερό ότι ήταν ανίκανος να βρει την αιτία, η δε ζέστη στο μέρος που δούλευαν τα μοτέρ πάνω από τις γραδελάδες ήταν ανυπόφορη. Είχαμε τρία ψυγεία ένα των λαχανικών, των ψαριών και των κρεάτων. Τα είχαμε γεμάτα τρόφιμα ώστε να μην αγοράσουμε τίποτε από το Μπανγκλαντές έως την επιστροφή μας Ευρώπη περίπου 6 μήνες ταξίδι. Έλα όμως που τα πράγματα δεν εξελίχθησαν σύμφωνα με το σχέδιο. Μετά από λίγες μέρες στον ωκεανό άρχισαν τα προβλήματα. Τα κρέατα έπιασαν μια γλίτσα, τα βούτυρα άναψαν, τα αυγά κόλλησαν στο τσόφλι, μέχρι που πάρθηκε η απόφαση να πεταχτούν όλα στη θάλασσα. Η ταχύτητα του βαποριού μόνο 5 μίλια την ώρα. Ένα ταξίδι από Νέα Ορλεάνη για Μπανγκλαντές που κράτησε 120 ημερόνυχτα πέλαγος φυσικά με προσεγγίσεις για καύσιμα. Τότε είναι που ήρθε μια πραγματική αναταραχή στο πλήρωμα, φαγητά μόνο όσπρια, μακαρόνια, καμιά κονσέρβα, ψωμί από αλεύρι με ξερή μαγιά, ζυμωτό όσο άντεχαν τα χέρια μου, ο μάγειρας να κάνει ‘στάση’ με το να λέει ότι η σύμβαση δεν το λέει να ζυμώνει ψωμί. Τώρα άντε να βρεις άκρη το πλήρωμα το μισό + ξένοι, η σημαία Λιβερίας, όχι ΝΑΤ κι ο μάγειρας να μου λέει για σύμβαση, ένας νεαρός Κεφαλλονίτης, έτσι ζύμωνα εγώ, όχι δεν υπήρχε ζυμωτήριο αλλά μια μεγάλη λεκάνη από αλουμίνιο.
Μετά από πάνω από 30 + μέρες εν πλω, μετά από καυγάδες, μετά από μια αναρχία και το χειρότερο απ’ όλα αισθανόσουν σαν φυλακισμένος, η ζωή σου ήταν μέρος αυτής της περιπέτειας, έπρεπε να παλέψεις για να μπορείς να υπάρχεις δεν υπήρχε διέξοδο. Διαταγή ήρθε να πιάσουμε στο Πορτ Ελίζαμπεθ νοτιοαφρικανική Ένωση, για καύσιμα, μετά να συνεχίσουμε για Κολόμπο κι από εκεί Μπανγκλαντές. Φτάσαμε περίπου 10 πρωινή, ήρθε ο τροφοδότης παράγγειλα λοιπόν για αυτή τη στιγμή μόνο παϊδάκια από αρνί, έτσι για γρήγορα, φρέσκες σαλάτες και μήλα, αυτό τίποτε άλλο. Βάλαμε την κουζίνα και ψήσαμε το κρέας η μυρωδιά του ψητού έστελνε μήνυμα αισιοδοξίας μαζεύτηκε όλο το πλήρωμα και άρχισε να τρώει. Φάγαμε κρέας, νόστιμα μήλα και σαν βράδιασε βγήκαμε στην πόλη πατήσαμε χώμα στερεό πήραμε καινούριο θάρρος, αισθανθήκαμε μέρος της ανθρώπινης κοινωνίας. Τότε μας φάνηκε μετά από τόση νηστεία σα να κάναμε λαμπρή, σα να γλεντούσαμε για την ανάσταση του Κυρίου, σε αυτή την περίπτωση τη δική μας. Ένας έλληνας ιδιοκτήτης καφετερίας όπου είχαμε πάει παρέα απ το βαπόρι να πιούμε μια κόκα κόλα ήρθε τρομαγμένος και μας λέει πρέπει να φύγετε, απαγορεύεται αυτός κι έδειξε έναν Λατινοαμερικάνο σκούρου χρώματος, που ήταν μαζί μας. Γυρίσαμε στην κιβωτό μας, στα νερά μας, αν και δεν είμαστε ψάρια, διερωτώμενοι αν ο Κύριος σταυρώθηκε και αναστήθηκε για όλα τα χρώματα των ανθρώπων. Θα πρέπει να ήταν τέλη Φλεβάρη- αρχές Μάρτη ή κάπου εκεί κοντά. Την άλλη μέρα αφού πήραμε τρόφιμα, αυτά που δεν θέλουν ψυγείο αναχωρήσαμε στον Ινδικό Ωκεανό για Κολόμπο Κεϋλάνης, την σημερινή Σρι Λάνκα.
Γαβριήλ Παναγιωσούλης
Τα κύματα χτυπούσαν το βαπόρι από την αριστερή πλωριά μάσκα, έ, όχι ότι είχαμε γερή φουρτούνα αλλά ένα αεράκι που μας χάιδευε με θαλασσόνερο την κουβέρτα κι άφηνε στην κουπαστή μια άχνη από αλάτι που έμοιαζε σα ζάχαρη σε τούρτα. Είχαμε αναχωρήσει από το Ρεσίφε Βραζιλίας ταξιδεύαμε τον νότιο Ατλαντικό θα περνάγαμε το ακρωτήριο της καλής ελπίδας, φορτωμένοι ρύζι από Νέα Ορλεάνη με προορισμό το Μπανγκλαντές. Στο Ρεσίφε είχαμε πιάσει για καύσιμα εκεί το πλήρωμα έμπλεξε με γυναίκες, ο θερμαστής της βάρδιας 4-8 δεν ήρθε στο βαπόρι και όταν ο της 12-4 τελείωσε τη βάρδια του και δεν φάνηκε αντικαταστάτης έκλεισε τις φωτιές απ’ τα καζάνια και βγήκε στη στεριά τον περίμενε γυναίκα. Έτσι το βαπόρι ξημέρωσε νεκρό, όταν έκανε την εμφάνισή του ο Κεφαλλονίτης των 4-8 γελώντας και μισομεθυσμένος τον υποδέχθηκαν με σπρωξιές και τον έστειλα κατευθείαν Ελλάδα. Από όταν είχαμε αναχωρήσει από Νέα Ορλεάνη πριν περίπου 40 ημέρες τα ψυγεία δεν δούλευαν κανονικά, αυτό μας προβλημάτιζε. Στο Ρεσίφε ήρθαν ψυκτικοί τα διόρθωσαν, μετά από δυο μέρες πάλι χάλασαν, είμαστε πλέον στο πέλαγος. Αν ποτέ τα διόρθωναν (οι μηχανικοί του βαποριού) και δοκίμασαν, τα κομπρεσέρ δούλευαν χωρίς να παράγουν ψύξη. Ο πρώτος μηχανικός ένας αργεντινός με έναν τουπέ στρατάρχη, αφού όταν ερχόταν στην τραπεζαρία για φαγητό έφερνε μαζί του μια φωτογραφία του ίδιου φορώντας στολή με γαλόνια μπροστά σε τραπέζι με ένα μπουκέτο λουλούδια και μου έλεγε: Να έτσι περνάμε στα Αργεντίνικα βαπόρια. Αυτός λοιπόν μου έλεγε ότι φταις εσύ που χάλασαν τα ψυγεία γιατί τα ανοίγεις πολλές φορές.
Μου είχε κολλήσει κι ένα χαρτί στην πόρτα να γράφω κάθε πότε τα άνοιγα. Ήταν φανερό ότι ήταν ανίκανος να βρει την αιτία, η δε ζέστη στο μέρος που δούλευαν τα μοτέρ πάνω από τις γραδελάδες ήταν ανυπόφορη. Είχαμε τρία ψυγεία ένα των λαχανικών, των ψαριών και των κρεάτων. Τα είχαμε γεμάτα τρόφιμα ώστε να μην αγοράσουμε τίποτε από το Μπανγκλαντές έως την επιστροφή μας Ευρώπη περίπου 6 μήνες ταξίδι. Έλα όμως που τα πράγματα δεν εξελίχθησαν σύμφωνα με το σχέδιο. Μετά από λίγες μέρες στον ωκεανό άρχισαν τα προβλήματα. Τα κρέατα έπιασαν μια γλίτσα, τα βούτυρα άναψαν, τα αυγά κόλλησαν στο τσόφλι, μέχρι που πάρθηκε η απόφαση να πεταχτούν όλα στη θάλασσα. Η ταχύτητα του βαποριού μόνο 5 μίλια την ώρα. Ένα ταξίδι από Νέα Ορλεάνη για Μπανγκλαντές που κράτησε 120 ημερόνυχτα πέλαγος φυσικά με προσεγγίσεις για καύσιμα. Τότε είναι που ήρθε μια πραγματική αναταραχή στο πλήρωμα, φαγητά μόνο όσπρια, μακαρόνια, καμιά κονσέρβα, ψωμί από αλεύρι με ξερή μαγιά, ζυμωτό όσο άντεχαν τα χέρια μου, ο μάγειρας να κάνει ‘στάση’ με το να λέει ότι η σύμβαση δεν το λέει να ζυμώνει ψωμί. Τώρα άντε να βρεις άκρη το πλήρωμα το μισό + ξένοι, η σημαία Λιβερίας, όχι ΝΑΤ κι ο μάγειρας να μου λέει για σύμβαση, ένας νεαρός Κεφαλλονίτης, έτσι ζύμωνα εγώ, όχι δεν υπήρχε ζυμωτήριο αλλά μια μεγάλη λεκάνη από αλουμίνιο.
Μετά από πάνω από 30 + μέρες εν πλω, μετά από καυγάδες, μετά από μια αναρχία και το χειρότερο απ’ όλα αισθανόσουν σαν φυλακισμένος, η ζωή σου ήταν μέρος αυτής της περιπέτειας, έπρεπε να παλέψεις για να μπορείς να υπάρχεις δεν υπήρχε διέξοδο. Διαταγή ήρθε να πιάσουμε στο Πορτ Ελίζαμπεθ νοτιοαφρικανική Ένωση, για καύσιμα, μετά να συνεχίσουμε για Κολόμπο κι από εκεί Μπανγκλαντές. Φτάσαμε περίπου 10 πρωινή, ήρθε ο τροφοδότης παράγγειλα λοιπόν για αυτή τη στιγμή μόνο παϊδάκια από αρνί, έτσι για γρήγορα, φρέσκες σαλάτες και μήλα, αυτό τίποτε άλλο. Βάλαμε την κουζίνα και ψήσαμε το κρέας η μυρωδιά του ψητού έστελνε μήνυμα αισιοδοξίας μαζεύτηκε όλο το πλήρωμα και άρχισε να τρώει. Φάγαμε κρέας, νόστιμα μήλα και σαν βράδιασε βγήκαμε στην πόλη πατήσαμε χώμα στερεό πήραμε καινούριο θάρρος, αισθανθήκαμε μέρος της ανθρώπινης κοινωνίας. Τότε μας φάνηκε μετά από τόση νηστεία σα να κάναμε λαμπρή, σα να γλεντούσαμε για την ανάσταση του Κυρίου, σε αυτή την περίπτωση τη δική μας. Ένας έλληνας ιδιοκτήτης καφετερίας όπου είχαμε πάει παρέα απ το βαπόρι να πιούμε μια κόκα κόλα ήρθε τρομαγμένος και μας λέει πρέπει να φύγετε, απαγορεύεται αυτός κι έδειξε έναν Λατινοαμερικάνο σκούρου χρώματος, που ήταν μαζί μας. Γυρίσαμε στην κιβωτό μας, στα νερά μας, αν και δεν είμαστε ψάρια, διερωτώμενοι αν ο Κύριος σταυρώθηκε και αναστήθηκε για όλα τα χρώματα των ανθρώπων. Θα πρέπει να ήταν τέλη Φλεβάρη- αρχές Μάρτη ή κάπου εκεί κοντά. Την άλλη μέρα αφού πήραμε τρόφιμα, αυτά που δεν θέλουν ψυγείο αναχωρήσαμε στον Ινδικό Ωκεανό για Κολόμπο Κεϋλάνης, την σημερινή Σρι Λάνκα.
Γαβριήλ Παναγιωσούλης
21 σχόλια:
Φίλε, τώρα που βρήκες απάγκιο στη στεριά, μακριά απ’ τις φουρτουνιασμένες θάλασσες θα ‘θελα να σου ευχηθώ στη ζωή να σε αγκαλιάζουν όμορφοι άνθρωποι και να μη σου λείψει ποτέ η ανάγκη που έχεις να μας μεταφέρεις τις απίθανες ναυτικές ιστορίες σου.
ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!!!
Ευχαριστώ φίλε Στράτο, στην στεριά τώρα που βρήκα απάγκιο με αγκαλιάζουν όμορφοι άνθρωποι, Δόξα τω Θεώ, αλλά φίλε μου δεν ξεχνιώντε οι περιπέτειες είναι un pedaso de mi propia carne, de mi ser.
Καλή Ανάσταση, Χριστός Ανέστη
Ευχαριστώ
Γαβριήλ
Kαλημέρα Γαβριήλ
Καλή Ανάσταση
Χριστός Ανέστη αυτή την χρονιά
όμως στην στεριά
Χρόνια πολλά και καλά
Φιλιά θαλασσινά
Καπτάν Δημήτρης
Καλή Ανάσταση και Καλό Πάσχα με υγεία και χαμόγελο!
Γεια σου καπτάν Δημήτρη,
Καλό και χαρούμενο Πάσχα,
καλή Ανάσταση,
Ναι τώρα πια έγινα στεριανός οπότε εορτάζουμε το Πάσχα σε μια θαλπωρή οικογενειακού κύκλου.
Ευχαριστώ
Γαβριήλ
Καλή Ανάσταση και σε εσάς,
Χριστός Ανέστη,
Το χαμόγελο πάντα υπάρχει,
Ευχαριστώ
Γαβριήλ
Μιά ακόμη τρομερή ιστορία της ζωής των θαλασσινών, φίλε Γαβρίλη.
Σε θαυμάζω ειλικρινά, που όλα αυτά όχι μόνο τα άντεξες αλλά κατορθώνεις σήμερα να τα κάνεις βιώματα και εμπειρίες γιά όλους μας που σε διβάζουμε.
Νάσασι καλά φίλε να μας τα λες.
Ντένης
Όταν μπλέξεις κάπου φίλε Ντένη δεν υπάρχει οπισθοχώρηση, γιατί δεν γίνεται, πρέπει τότε να παλαίψεις, ε! αυτό έκανα κι εγώ μέχρι να ξαναγυρίσουμε στον κόσμο μας.
Το ότι μέχρι σήμερα τα βγάνω στη φόρα είναι γιατί βλέπω τη σημερινή κοινωνία κάπως επιφανειακή χωρίς βάθος και λέω υπήρχαν και χειρότερα κι όμως ζήσαμε!
Ευχαριστώ
Γαβριήλ
Ζήσατε κι επιβιώσατε παλεύοντας με κύματα κυριολεκτικά και μεταφορικά κ. Γαβριήλ όλοι εσείς αυτής της γενιάς -της γενιάς του πατέρα μου επιτρέψτε μου να πω-και χωρίς να βαρυγκομάτε γιατί από ότι φαίνεται είχατε ψυχή και δεν είχατε μπερδέψει την ταυτότητά σας, σε αντίθεση με τους νέους ανθρώπους της σημερινής κοινωνίας που σε μεγάλο βαθμό-ευτυχώς που υπάρχουν και οι εξαιρέσεις-πορεύεται και διαβιεί με θολόν οφθαλμόν και τρικυμία εν κρανίω ανίκανη να αντιδράσει. Ίσως και παροπλισμένη.
Πολλές φορές σκέφτομαι πως υπήρξαν άνθρωποι που μάσησαν σίδερα για να αναστήσουν την οικογένειά τους χωρίς να βαρυγκομούν και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που δεν είναι σε θέση να συντηρήσουν τον εαυτό τους...
Παρασύρθηκα αλλά με τσλιγκλισαν τα τελευταία σας λόγια με τα οποία και είναι ολοφάνερο πως συμφωνώ γιαυτό και προχώρησα την σκέψη μου.
Να είστε καλά
Τις ευχές από καρδιάς τις είπαμε.
Τόσο ευρηματικός και τόσο καταπιεσμένος απο κάθε καρυδιάς καρύδι μέσα στα σαπιοκάραβα!
Ευτυχώς έπιασες στερια για πάντα και τώρα θα γιορτάζεις ήσυχα με την οικογένειά σου.
Καλή Ανάσταση σε όλους σας εκεί κάτω στο Μεγάλο Μήλο!
..."σχέτη" απόλαυση είσαι!
Κάθε σου σελίδα και μια μετάληψη!
Καλή Ανάσταση, Φίλε μας.
Υιώτα-Δημήτρης
(Πολλές φορές σκέφτομαι πως υπήρξαν άνθρωποι που μάσησαν σίδερα για να αναστήσουν την οικογένειά τους χωρίς να βαρυγκομούν και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που δεν είναι σε θέση να συντηρήσουν τον εαυτό τους...)
Αγαπητή Μαριάνθη, μου αρέσι πολύ η πιο πανω φράση σας, πολύ αληθινή, αλλά όπως λένε (τέλος καλό όλα καλά)
αλλά δεν μπορώ να ξεχνώ τα περασμένα, είναι κι αυτά ένα κομμάτι της ζωής για να φτάσω ως εδώ.
Ευχαριστώ,
Καλή Ανάσταση
Γαβριήλ
Καλή Ανάσταση, Χριστός Ανέστη Ιουστίνη, ευχαριστώ,
Σήμερα διάβασα στον "Ελληνικός Τύπος" του Τορόντο:
"Η γωνιά της Ιουστίνης"
Μια ευχάριστη έκλπηξη.
Καλή Ανάσταση,
Γαβριήλ
Αγαπητή Υιώτα, κάθε σελίδα κάτι καινούργιο φέρνει, έτσι το έχει ζήσει και αποθηκεύσει του νου μου το κομπιούτερ.
Καλή Ανάσταση, Δ.& Υ.
Ευχαριστώ
Γαβριήλ
Χριστός Ανέστη,
H ονομασία του blog σας με τράβηξε και στη συνέχεια με κράτησαν αιχμάλωτη τα γραφόμενά σας. Μου άρεσε ο τρόπος που γράφετε λιτός και ζωντανός ζυμωμένος με θάλασσα και αλάτι.
Να είσαστε καλά
Ελένη Κ.Τσαμαδού
Υ.Γ. Αλήθεια ξέρετε την ιστορία της "ΠΥΛΑΡΟΣ"; Το " Στην Πύλαρο και μια μακαρονάδα" τι σας λέει;
Αγαπητη μου κ. Ε. Τσαμαδού
Χάρηκα που σας αρέσουν τα γραπτά μου.
Πύλαρος είναι ο δήμος Κεφαλληνίας όπου γεννήθηκα δι αυτό ονόμασα και την ιστοσελίδα μου με αυτό το όνομα.
Ο ιδιοκτήτης του πλοιου 'ΠΥΛΑΡΟΣ" κι ένα πιάτο μακαρόνια Νικόλαος Αθανασούλης, όπου μαζί με τον αδελφόν του Παναγή και οι δυο μετανάστες στη Ρουμανία, αγόρασαν το ταχύπλοον επιβατηγόν "ΠΥΛΑΡΟΣ"
έτος 1899 και το έβαλαν στις Γραμμές Πειραιώς, Πατρών Κεφαλληνίας, Ζακύνθου, Αμβρακικού, κλπ... Επίσης γνωρίζω όλη την ιστορία του ανταγωνισμού με το πλοιον "ΑΣΣΟΣ" του Γιανουλάτου....
Το σπίτι μας στα Μαρκάτα Πυλάρου, έχει σύνορα με τα σπίτια της οικογένειας Αθανασούλη, ακόμα θυμάμαι όπου είχε ξεμήνει μια ρουμάνα γυναίκα ως παραδουλεύτρα η οποία μίλαγε πολύ λίγα Ελληνικά. Πέθανε στη κατοχή.
Τα δε σπιτια είναι ερείπια, σήμερα κάτι συγγενείς τους ζουν στην Αθήνα...
Ευχαριστώ που διαβάζετε το Blog μου...
Γαβριήλ Παναγιωσούλης,
Νέα Υόρκη
...Ακόμη μια εκπληκτική ιστορία!
Αυτός ο Κεφαλλονίτικος βοριάς, πόσα ξεμπαρκάρει στις ακτές σας!!!
Να είστε καλά,
Υιώτα,
(ο ηλίανθος της...αστόριας, πάντα πειραχτήρι, κακό συνήθειο, μα καλή καρδιά...)
Γεια σου Γαβρίλη μου,
Αστοριανή
Aγαπητέ κ. Παναγιωσούλη, Στ΄αλήθεια ο κόσμος είναι μικρός και γίνεται ακόμη μικρότερος χάρη στο Internet. Την ιστορία του "ΠΥΛΑΡΟΣ" την είχα ακούσει από μια γνωστή μου αρχόντισσα, της οικογένειας Αθανασούλη, που δυστυχώς πέθανε πρόσφατα. Χάρηκα που σας γνώρισα, αν θέλετε περνάτε και από το blog μου να τα λέμε.
Με φιλικούς χαιρετισμούς
Ελένη Κ.Τσαμαδού
Αγαπητή κ. Τσαμαδού,
Όλη η οικογένεια Αθανασούλη πέρασε από το σπίτι, μάλλον από τα σπίτια μια και ήταν δυο τα πατρογονικά τους, αυτή που εγώ θυμάμαι ήταν η Σουζάνα προπολεμικά και η Ολγα αργότερα, μετά ο Σταύρος τον σκότωσαν στην κατοχή, ο Πέτρος φίλος της οικογενείας μας πέθανε στη Ρουμανία επί Τσαουσέσκου...
Επισκέφτηκα και το Blog σας.
Χαιρετισμούς
Γαβριήλ
συνέχεια: ο δε Γαβρίλης Αθανασούλης πέθανε άκληρος, άφησε δε την περιουσία του (ακίνητα-Αθήνα) στην Πύλαρο και στο Αργοστόλι Κεφαλληνίας, σήμερα ο κεντρικός δρόμος των Μακρυωτίκων-Μαρκάτων ονομάζεται οδός Γ. Αθανασούλη το δε άγαλμά του είναι στην Πλατεία Μακρυωτίκων.
Χαιρετώ
Γαβριήλ
Αγαπητη Υιώτα,
Μια Κεφαλλονίτικη Ιστορία του Βορρά που είχε κάνει 2 κοινότητες της Πυλαρου με το κληροδότημα του Αθανασούλη τις πιο πλούσιες, πριν ενσωματοθούν σε δήμο ΠΥΛΑΡΕΩΝ, τώρα ανήκουν στον Δήμο μας.
Ευχαριστώ
Γαβριήλ
Δημοσίευση σχολίου