Σάββατο 3 Δεκεμβρίου 2011

Αξέχαστες ημερομηνίες:

Τα μπλογκ μας, οι ιστοσελίδες μας, κάθε μια εκφράζει τον ιδιότυπο χαρακτήρα του κάθε ενός μας. Δεν μπορεί να εκφράζουν όλα τα μπλογκ τα ίδια συναισθήματα, ούτε τις ίδιες εμπειρίες, διότι πως να το κάνουμε είμαστε όλοι μας διαφορετικοί. Το ξέσπασμα ψυχής του κάθε ενός μας είναι αυτή η ιστοσελίδα. Αυτό που ενώνει την διαφορετικότητά μας είναι η γλώσσα, έτσι έχουμε την ίδια γλώσσα αλλά όχι το ίδιο καλούπι γραφής, γίνεται όμως σεβαστή του κάθε ενός η γραφή σύμφωνα με το παρελθόν κι εμπειρίες…
*******************************************************************************

Ο Καπετάν Γεράσιμος Σπαθής από την Σάμη Κεφαλληνίας, με φώναξε στη γέφυρα του πλοίου, ήταν πρωί, ακόμα έπινε τον πρωινό καφέ του...
Έπιασε τη συζήτηση μαζί μου:

Ακούσαμε στον ασύρματο ότι έγινε σεισμός στην Κεφαλονιά, είπε, δεν έδωσα πολύ σημασία, μαθημένος από το νησί όπου κάθε λίγο και λιγάκι η γη ταρακουνιόταν λες και είχε τεταρταίο πυρετό, όσα χρόνια ήμουν εκεί όπου γεννήθηκα.




Ήμασταν εν πλω με το α/π ΑΙΝΟΣ προορισμό το λιμάνι της Nuevitas Camagüey Cuba . Φτάσαμε στην Κούβα στις 12 Αυγούστου 1953 μάθαμε την καταστροφή, έστειλα τηλεγράφημα στην Αθήνα, μου απήντησαν ότι υγιαίνουν άπαντες.
Φορτώσαμε ζάχαρη προορισμός Νέα Ορλεάνη, το περιοδικό LIFE είχε στην πρώτη σελίδα φωτογραφίες θύματα του σεισμού, κάνανε έρανο στους δρόμους υπέρ των σεισμοπαθών, μάλιστα είχαν έρθει στην Νέα Ορλεάνη ο Βασιλέας Παύλος με την Φρειδερίκη. Κατέληξαν στο ξενοδοχείο Ρούσβελτ. Κάποιος από την παρέα ναυτικός είπε να πάμε να τους δούμε. Πήγαμε λοιπόν στην είσοδο του ξενοδοχείου στην οδό St. Charles. Εκεί ένας κεφαλλονίτης απ τον Λουρδά τους χαιρέτισε δια χειραψίας εκ μέρους των Ελλήνων ναυτικών. Δεν μπορώ όμως να θυμηθώ αν η επίσκεψη του Παύλου και Φρειδερίκης ήταν αυτό το ίδιο ταξίδι ή μετά.
Το έφερε έτσι η τύχη κι έμεινα ξέμπαρκος στην Νέα Ορλεάνη, έμεινα αρκετό καιρό για ιατρικές εξετάσεις και μετά να περιμένω άλλο βαπόρι.
Καθώς κάθισα στο κάθισμα του λεωφορείου το κεφάλι μου άγγιξε κάτι παράξενο, γύρισα να δω, υπήρχε μια επιγραφή με τη λέξη 'έγχρωμοι' ήταν τοποθετημένη πάνω στη χειρολαβή της πλάτης με δυο πύρους σε τρύπες που προϋπήρχαν. Στην μετέπειτα στάση άλλος επιβάτης σήκωσε την επιγραφή, την έβαλε στην χειρολαβή του από πίσω καθίσματος και κάθισε μπροστά της. Άφωνος παρακολουθούσα την σκηνή στην γραμμή του λεωφορείου της magazine street της Νέας Ορλεάνης.
Είχα ψάξει στην εφημερίδα Times Picayune για δωμάτιο είχα νοικιάσει ένα έξω από το κέντρο, όχι πολύ, μακριά από περιοχές του λιμανιού, για να κατέβω στην πόλη έπαιρνα το τραμ συνήθως όρθιος, δεν είχα δώσει σημασία σε αυτό τον διαχωρισμό μεταξύ λευκών και μαύρων, εξ άλλου περαστικός ήμουν από την πόλη αυτή του Μισισιπή ποταμού.
Προσπάθησα να διασκεδάσω αυτή την μοναξιά σε μια ξένη πόλη, πήγαινα για καφέ στο Meal-a-Minit όπου σέρβιραν καφέ με Τσίκορι μετά περπατούσα στην όχθη του Μισισιπή, παρακολουθούσα τα ποταμόπλοια αυτά με τις ρόδες και στο νου μου έφερνα τα μυθιστορήματα του Mark Twain, έκανα βόλτες στην γαλλική συνοικία στην Bourbon street εκεί οι κράχτες μισάνοιγαν τις πόρτες από striptease μερικοί σ’ έπιαναν από το μπράτσο και φώναζαν no cover charge, no minimum στην ίδια γειτονιά υπήρχαν και εστιατόρια με αυλές και πάνινα καρό τραπεζομάντηλα, μου θύμιζαν το χωριό μου, τελικά κατέληγα εκεί όπου σύχναζαν ναυτικοί στα Μπαρ της οδού Decatur, πολλοί οι ναυτικοί, πολλά τα βαπόρια, μα και κάτι υπερμεγέθη γυναικεία σώματα να σερβίρουν.
Αυτή που γνώρισα κάναμε μια πλατωνική παρέα με κουβαλούσε κάθε λίγο και λιγάκι στην εκκλησία του Αγίου Λουδοβίκου, Καθεδρικός ναός της Νέας Ορλεάνης στην πλατεία Τζάκσον, της γαλλικής συνοικίας, έβγανε απ το τσαντάκι της μια μαύρη μαντήλα, σκέπαζε το κεφάλι της, έβρεχε τα δάχτυλά της από μια γούρνα με νερό που ήταν στην δεξιά μεριά της εκκλησίας έκανε τον σταυρό της και γονάτιζε, έβρεχα κι εγώ τα δάχτυλά μου, μετά στεκόμουν αμίλητος ως που να βγούμε, αυτή πάλι με κοίταζε και γελούσε, έμοιαζε σα να ήθελε να με προστατεύσει, δε επέτρεπε τίποτα και πάντα με τραβούσε απ’ το χέρι.
Για να αποφύγω την πολύ ζέστη και υγρασία πήγαινα σε κινηματογράφο με κλιματισμό σε αυτόν που είχε δυο έργα, αλλά με όλα αυτά αισθανόμουν τόσο ξένος, εν τέλει γνώρισα κι έναν Χιώτη πρώην ναυτικό οποίος έκανε τροφοδοσία στα πλοία. Μια μέρα μου λέει πάμε παρέα στο Baton Rouge πρωτεύουσα της Λουϊζιάνας να παραδώσω τρόφιμα σε πλοίο του Χιώτη εφοπλιστή Καρά, πάμε λέω.
Όταν ανεβήκαμε στο δεξαμενόπλοιο κάποιος πετάχτηκε και είπε:
Ε! πατριώτη έλα μέσα να σε κεράσουμε, φώναξαν μόνο τον Χιώτη.
Πάλι αισθάνθηκα ξένος, πέρασαν μήνες λαμβάνω τηλεφώνημα να μετατεθώ στο Gulfport Mississippi όπου με περίμενε άλλο βαπόρι. Πήρα το λεωφορείο της εταιρίας του κυνηγόσκυλου κι έφθασα μπαρκάρισα πάλι, βάλαμε πλώρη για το γαλάζιο, αχανές, πέλαγος της λησμονιάς, εκεί ξαναβρήκα το στοιχειό μου…
Γαβριήλ Παναγιωσούλης

10 σχόλια:

Μηθυμναίος είπε...

Διαβάζοντας όλες τούτες τις ιστορίες της ζωής σου που κάθε τόσο μας σκαρώνεις με τόσες λεπτομέρειες που λες και όλα συνέβηκαν χτες, έρχεται στο νου μου η Ιθάκη του Καβάφη. Κι ας μην ήταν τα ταξίδια σου κι ο πηγαιμός για την Ιθάκη αλλά δρόμος μακρύς σ’ ολάκερο τον κόσμο, δρόμος γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις…

Μπορώ να πω πως έζησες μια ζωή γεμάτη.

Καλά να ‘σαι φίλε μου να συνεχίσεις να τρυγάς εμπειρίες, να τις γράφεις κι εμείς να σε διαβάζουμε και να σε σκεφτόμαστε.

Καλό Σαββατοκύριακο!

Dennis Kontarinis είπε...

Καλημέρα φίλε Γαβρίλη
Άλλη μια ενδιαφέρουσα θαλασσινή ιστορία από τη ζωή σου στα καράβια και στις ξένες χώρες. Γνώρισες ανθρώπους πολλούς και τα ενδιαφέροντά τους. Βλέπω σε όλες τις ιστορίες σου να πρωταγωνιστούν οι γυναίκες του λιμανιού. Τελικά φίλε μου την έζησες και την απόλαυσες τη ζωή του ναυτικού σε όλο της το.....μεγαλείο.
Νάσαι καλά

Ανώνυμος είπε...

Εσύ Γαβρίλη δεν μπορείς να ξεχάσεις την 12η Αυγούστου του 53 που δεν την έζησες.Εγώ μικρό παιδί για πρώτη φορά εζούσα σεισμό πώς μπορώ να την ξεχάσω ,ποτέ δεν ξεχνιέται! Ήταν ημέρες φρίκης που δεν μπορούν να βγούν από τη μνήμη .Είναι καταγεγγραμένες μέσα στο κύτταρο μου .Για πολλά χρόνια,γυναίκα πιά με παιδιά ένοιωθα τη νύκτα το κρεβάτι να πηγαινοέρχεται ,ο γιατρός μου είπε ότι είχα σεισμικό σύνδρομο.Τώρα με τα χρόνια το ξεπέρασα,αλλά πάντα ο τρόμος μένει όταν νοιώθεις τη γή να τρέμει κάτω από τα πόδια σου.Χαιρετώ Κάτε

Αστοριανή είπε...

"...εν τέλει γνώρισα κι έναν Χιώτη πρώην ναυτικό οποίος έκανε τροφοδοσία στα πλοία. Μια μέρα μου λέει πάμε παρέα στο Baton Rouge πρωτεύουσα της Λουϊζιάνας να παραδώσω τρόφιμα σε πλοίο του Χιώτη εφοπλιστή Καρά, πάμε λέω.
Όταν ανεβήκαμε στο δεξαμενόπλοιο κάποιος πετάχτηκε και είπε:
Ε! πατριώτη έλα μέσα να σε κεράσουμε, φώναξαν μόνο τον Χιώτη.
Πάλι αισθάνθηκα ξένος, πέρασαν μήνες λαμβάνω τηλεφώνημα να μετατεθώ στο Gulfport Mississippi όπου με περίμενε άλλο βαπόρι. Πήρα το λεωφορείο της εταιρίας του κυνηγόσκυλου κι έφθασα μπαρκάρισα πάλι, βάλαμε πλώρη για το γαλάζιο, αχανές, πέλαγος της λησμονιάς, εκεί ξαναβρήκα το στοιχειό μου…
Γ.Π ..."

Γαβρίλη μου, η πλέον μεστή σου πρόταση...

Υγ.:
...εκείνο το κόκκινο, το κατακόκκινο... (της προηγουμένης παραγράφου)
πόσο δύσκολο να το...διαβάσω, χορο...πηδούν τα γράμματα, με προκαλούν να τα...προσπεράσω!!!! είμαι άραγε μόνο εγώ;

Πάντα με την φιλία μου,
Υιώτα

pylaros είπε...

Στη ζωή ήμαστε πάντοε διαβατάρηδες, ποτέ δεν ξέρουμε που θα καταλήξουμε, ούτε μπορείς να πεις ότι από τούτο το νερό δεν πρόκειται να πιω.

Οι σβυλάδες του αέρα μας πηγαίνουν σε μέρη άγνωστα κι εμείς μετά από τόσα χρόνια όταν πλέον κατακάτσουμε σε μια στεγνή γωνιά γυρίζουμε το κεφάλι και κοιτούμε τα περασμένα, αναλογιζόμαστε... και ψάχνουμε για μια Ιθάκη, που όμως δεν υπάρχει γιατί το πεπρωμένο δεν μας άφησε να γνωρίσουμε καμιά Ιθάκη...
Ευχαριστώ φίλε μου Στράτο

Γαβριήλ

pylaros είπε...

Γεια σου φίλε μου Ντένη,
καθώς γυρίζεις ως ναυτικός τα λιμάνια και τις χώρες του κόσμου, φυσικό είναι να ψάχνεις για αυτό που σου έλειπε, όμως η γυναίκα πάντα ήταν το κερασάκι στην τούρτα της ζωής, άμα έλειπε άλλαζα παρέα...

ευχαριστώ
Χαιρετώ

Γαβριήλ

pylaros είπε...

Αγαπητή μου Κάτε,
Ευτυχώς όταν έγιναν οι σεισμεί στην Κεφαλονιά ήμουν στην Κούβα, ασφαλώς με βαπόρι, όμως μέχρι σήμερα άφησαν τα ίχνη τους αφού μισογκρεμίστηκε το πατρικό μου σπίτι αυτό το οποίο επισκέπτωμαι κάθε καλοκαίρι.

Νάσαι καλά

Ευχαριστώ
χαιρετισμούς

Γαβριήλ

pylaros είπε...

Αγαπητή μου Υιώτα,
ϊσως να ήταν το χρώμα κόκκινο, όμως ήταν και είναι μια ολοκληρωμένη ιστορία περιπέτειας μιας γυναίκας που με είχε ας το πούμε υπό την προστασία της μάλλον ήθελε να με κάνει καλό καθολικό ή να πιστεύσω στον ανθρώπινο Αλτρουισμό, πάντως θυμάμαι ότι μου έφερναι και μου διάβαζε ποίηση την οποία ακόμα θυμούμαι...
Ευχαριστώ

χαιρετισμούς

Γαβριήλ

Ανώνυμος είπε...

Καλή σου μέρα αγαπητέ μου Γαβριήλ,
πως να μην είναι ριζωμένα βαθιά
στην ψυχή σου τ όσα πέρασες;
Πώς να ξεχάσει κανείς τα τραγικά
της εποχής σου, πόλεμο,πείνα,
μιζέρια,εμφύλιο και τόσα άλλα;
Η δική μου γενιά ήταν κάπως καλύτερη,είχα την ευτυχία να μην
ζήσω ούτε τον σεισμό γιατί δεν είχα
γεννηθεί ακόμη. Όμως τα ερείπια του
σπιτιού μας και οι διηγήσεις των
δικών μου μου έδωσαν μια εικόνα
τι θα πεί σεισμός.
Δυστυχώς Γαβριήλ μου όλα
επαναλαμβάνονται και το λέω με πόνο ψυχής, όταν βλέπω η πατρίδα
μας πάλι ν αδειάζει και τα παιδιά
μας να παίρνουν ξανά το δρόμο της
μετανάστευσης.
Πολλούς χαιρετισμούς
Ρισσιάνα

pylaros είπε...

Γεια σου αγαπητή μου Ρισσιάνα,
Όπως βλέπεις οι μνήμες μας μένουν και όσο πιο γερνά ο άνθρωπος τόσο πιο πολύ εξετάζει το γιατί, τουλάχιστον εγώ.

Αρχίζοντας από την ξενιτιά τι έφταιξε; το γιατί και το διότι, μετά βλέπω που ήμουνα σε ωρισμένες ημερομηνίες στο διάβα της ζωής μου...
Εύχομαι να μην επαναληφθούν οι τότε καταστάσεις που υποχρέωναν τους νέους να ξενιτευτούν.
Είναι κι αυτές οι αναμνήσεις ένα κομάτι του εαυτού μου.

Ευχαριστώ
χαιρετώ
Γαβριήλ